Αυτή είναι η τελευταία συμμετοχή μου στο Atheia forum, αφού θεωρώ ότι μπαναρίστηκα, όχι επειδή παρέβην τους κανόνες τους οποίους υπέγραψα κατά την εγγραφή μου αλλά, για προσωπικούς λόγους -και μικρότητες- ενός εκ των διαχειριστών. Ο οποίος, επιπλέον, πριν με αποκλείσει από την συζήτηση, είχε κάνει ακριβώς αυτά, για τα οποία προφασίστηκε αργότερα ότι με απέκλεισε , δηλ.:
Παράθεση από stratis_vip:
Συνεχόμενες ανευ ουσίας προσωπικές ερωτήσεις - κρίσεις = trolling
Όπως π.χ. εδώ:
Παράθεση από stratis_vip:
Αν είσαι πιτσιρικάς, κατανοώ την αγωνία σου για τον κόσμο που σε έφερε ο μπαμπάς. Η αγωνία σου αυτή όμως δε θα λυθεί σε κάποιο αναμορφωτήριο, ή φυλακή, στην οποία είχε κάθε δικαίωμα να σε βάλει «νόμιμα» η «εξουσία», διότι παραβίασες καμιά 10αριά άρθρα του ποινικού κώδικα. Το ότι δε σε βάλαν μέσα, το χρωστάς όχι στη μεγαλοψυχία τους, αλλά στο ότι τους συμφέρεις να είσαι ελεύθερος και να τα σπας όταν παίρνεις φόρα, ώστε να περνάν πιο εύκολα τα μέτρα περιορισμού των προσωπικών ελευθεριών όλων (κάμερες κλπ). Άλλωστε περιουσία πολιτών και όχι της εξουσίας καταστρέφαν. Αλλά και περιουσία της εξουσίας να καταστρέφαν, πάλι ο μπαμπάς θα τη πληρώσει με τους φόρους του. Η εξουσία δεν είναι κάποιο ασύνδετο τέρας!
Όσον αφορά τις ληστρικές επιχειρήσεις; καλό τις κάνανε: αυτές τα έχουν ασφαλισμένα διπλά και τρίδιπλα! Απλά ο μπαμπάς, την επαύριο, με τις αυξήσεις των ληστρικών επιχειρήσεων, θα πληρώσει και τα σπασμένα του γιού του.
Θα προσέθετα ότι, εκτός από «προσωπικές και συνεχόμενες άνευ ουσίας κρίσεις» έκανε και προσωπικές (δηλ. περί του προσώπου μου) και συνεχόμενες άνευ ουσίας, εικασίες.
Και μάλιστα χωρίς καν να λάβει υπ’ όψιν του το ενδεχόμενο, πράγματι να «είμαι πιτσιρικάς», ή ακόμα και το να μην έχω «μπαμπά».
Εξάλλου δεν είδα να υπάρχει αντίδραση (πλην μίας) για το μπανάρισμα που μού έγινε. Αυτό δεν με κάνει να νιώθω ιδιαίτερα επιθυμητός εδώ. Οπότε, νά άλλος ένας λόγος ώστε, αυτή να είναι η τελευταία συμμετοχή μου.
Αλλά, ας προχωρήσω στο κυρίως σχόλιο.
Παράθεση από ellinaki:
«Η λεγόμενη γενιά του Πολυτεχνείου που κομπάζει για τους αγώνες της, το ξύλο και την καταστολή που έφαγε και τελικά έχει αναδείξει μία από τις χειρότερες γενιές Ελληναράδων νοικοκυραίων που υπήρξε ποτέ!»
Όπως σωστά επισημαίνεις πρόκειται για τη «
λεγόμενη» γενιά του Πολυτεχνείου. Στην πραγματικότητα όμως δεν υπήρξε καμία τέτοια γενιά, όπως την εννοείς. Υπήρξαν μόνο μερικές (μονοψήφιος αριθμός) χιλιάδες νέων, οι οποίοι βέβαια με τίποτα δεν συνιστούν «γενιά» και οι οποίοι, επηρεασμένοι από τα κινήματα των νέων τών προηγμένων δυτικών χωρών, έκαναν τη Νομική και το Πολυτεχνείο.
Ως γνωστόν εκείνα τα χρόνια η υπόλοιπη νεοελλάδα κοιμόταν –πολύ βαθύτερα από ό,τι σήμερα- τον ύπνο του φιλήσυχου ελληνοχριστιανού νοικοκυραίου, ο οποίος έβγαζε σπυράκια (σεμνοτυφίας) κάθε φορά που έβλεπε «μαλλιάδες», «γιεγιέδες», «χίππηδες», «αναρχικούς» κλπ. (επομένως όποιος σήμερα χτυπάει την εκκλησία θα έπρεπε να θεωρείται μέσα στο πνεύμα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου – ενώ αν είναι προβοκάτορας, επιμένω ότι πρέπει να διαστρέψουμε το «νόημα» περί «βεβήλωσης» που επιδιώκει να περάσει και να παρουσιάζουμε τα χτυπήματα κατά ναών ως χτυπήματα κατά παραρτημάτων της Εκκλησίας Α.Ε.).
Να υπενθυμίσω επίσης ότι και στο Πολυτεχνείο το 1973, αντιθέτως με ό,τι εντέχνως διαδίδεται, σε όλο το μήκος της Πατησίων, μέχρι την Α. Μελετίου (αλλά και αλλού), έπεσαν μολότωφ, συνέβησαν εμπρησμοί, λεηλασίες σούπερ μάρκετς κλπ. Δεν επρόκειτο για μια, κλεισμένη πίσω από τα κάγκελα, δήθεν ειρηνική εξέγερση. Και σε όποιον αντιτάξει ότι, τότε αυτά ήσαν θεμιτά γιατί είχαμε «δικτατορία», τον παραπέμπω στις αντιδράσεις των τότε νοικοκυραίων, οι οποίες υπήρξαν διαχρονικά πανομοιότυπες με αυτών της σημερινής «δημοκρατίας» (της «δημοκρατίας» του εθνικού μεικτού βασικού μισθού των 701 € και του 18% πραγματικής ανεργίας): κανείς δεν είπε τότε «καλά κάνουν τα παιδιά και τα σπάνε αφού έχουμε χούντα» αλλά όλοι, έβριζαν τους «γιεγιέδες» που τούς χαλούσαν την απογευματινή βόλτα στα μαγαζιά. Μαγαζιά στα οποία οι εν λόγω νοικοκυραίοι μπορούσαν να ακουμπάνε ένα πολύ μεγαλύτερο, σε σχέση με σήμερα, μέρος των μισθών τους, τούς οποίους η χούντα είχε ως γνωστόν ΤΡΙΠΛΑΣΙΑΣΕΙ με νόμο εν μία νυκτί του 1967.
Οι νέοι αυτοί δεν είχαν καμία σχέση με τις παραδοσιακές πολιτικές «προδεφτικές» δυνάμεις της νεοελλάδας αλλά, εξέφρασαν την ελληνική εκδοχή ενός σχεδόν παγκόσμιου κινήματος, το οποίο ζητούσε μια ποιοτική –και όχι απλώς μια επιδερμική πολιτειακή- αλλαγή των δυτικών κοινωνιών (π.χ. το σύνθημα «ψωμί-παιδεία-ελευθερία» δεν διαφέρει και πολύ από αντίστοιχα του εξωτερικού, τα οποία ζητούσαν αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο για όλες τις πληθυσμιακές ομάδες, γνώση στην υπηρεσία της κοινωνίας και όχι των πολυεθνικών, ελευθερία προσωπικού και συλλογικού αυτοκαθορισμού κλπ. –ειδικά το «ελευθερία» δεν υπήρξε ποτέ, ούτε γι’ αστείο, σύνθημα της σταλινοφασίζουσας ελληνικής αριστεράς…).
Σπανίως θα δεις κάποιον από αυτούς να βγαίνει στα κανάλια στις επετείους τής εν λόγω εξέγερσης, ενώ τις ελάχιστες φορές που τους ζητήθηκε να το κάνουν, έδειξαν μια ιδιαιτέρως σεμνή και χαμηλών τόνων παρουσία (π.χ. ο αρχικός εκφωνητής του ραδιοσταθμού του Πολυτεχνείου, Δημήτρης Παπαχρήστος,). Εννοείται ότι κανείς από αυτούς δεν εξαργύρωσε τη στάση του βολεύομενος σε κάποιο κοινοβουλευτικό έδρανο, όπως π.χ. οι διάφοροι Λαλιώτηδες και Δαμανάκησες.
Οι κάθε είδους κομματισμένοι μπήκαν στο Πολυτεχνείο το βράδυ της δεύτερης ημέρας της κατάληψης και μόνο κατόπιν εντολής των κομμάτων τους, δηλ. όταν οι ηγεσίες τους είδαν ότι έχαναν τον έλεγχο του πολιτικού παιχνιδιού: υπενθυμίζω ότι όλα τα κόμματα και οι ελεγχόμενες αντιδικτατορικές οργανώσεις τους (με πρώτη και καλύτερη την ΚΝΕ, που στο κατάπτυστο φύλλο Νο. 8 της «Πανσπουδαστικής», του Νοεμβρίου 1973, αποκαλούσε… προβοκάτορες της ΚΥΠ τους καταληψίες του Πολυτεχνείου) είχαν ταχθεί κατά της κατάληψης και, αρχικά, διέταζαν τα μέλη τους να μην συμμετάσχουν. Αυτό το έκαναν γιατί είχαν αρχίσει να παζαρεύουν με τη χούντα (η οποία, έχοντας εξασφαλίσει ήδη μια εξαετή λαϊκή συναίνεση, τούς κρατούσε από τα αρχ…) μια «ομαλή» μετάβαση στον κοινοβουλευτισμό, μέσω μιας κυβέρνησης «εθνικής ενότητας». Και η απρόβλεπτη αυτή εξέγερση τούς χαλούσε το μεταπολιτευτικό εξουσιαστικό «γλυκό», που με τόση κοινοβουλευτική ραδιουργία μαγείρευαν. Υπενθυμίζω ότι οι «ομαλές» μεταβάσεις στον κοινοβουλευτισμό, όπως δείχνουν τα παραδείγματα της Τουρκίας και της Πολωνίας, μπορεί να διαρκέσουν πάνω από δεκαετία. Και οι εξεγερμένοι του Πολυτεχνείου δεν είχαν καμία διάθεση να περιμένουν (ούτε και τους αφορούσε) πότε θα τα «έβρισκαν» οι κομματικοί εθνοσωτήρες και η χούντα. Συνεπείς με τα ιδεολογικά πλαίσια τη εποχής τους, ενήργησαν «θέλοντας τον Κόσμο και θέλοντάς τον τώρα!».
Την μεταγενέστερη δήθεν «γενιά του Πολυτεχνείου» την επινόησαν οι κομματισμένες ύαινες της εξέγερσης και οι κατασκευαστές «εθνικών» μύθων. Και φυσικά το έκαναν ακριβώς για να γράφουν στο πολιτικάντικο «βιογραφικό» τους ότι, προήλθαν από κάποια «γενιά», ενώ στην πραγματικότητα προήλθαν μόνο από τα κομματικά μαντριά τους
(για περισσότερα βλ. εδώ:
http://www.anarchy.gr/index.php?option= ... &Itemid=60 ).
Μερικά πράγματα όμως δεν αλλάζουν ποτέ: κατά τον ίδιο τρόπο και για τους ίδιους λόγους τα κόμματα διαρρηγνύουν σήμερα υποκριτικά τα ιμάτιά τους κατά της βίας όσων νέων, δεν έχουν υπό τον έλεγχό τους (ενώ εξίσου υποκριτικά προσποιούνται ότι δεν βλέπουν τους γνωστούς-αγνώστους κουκουλοασφαλίτες προβοκάτορες που σπάνε και λεηλατούν ψιλικατζίδικα για να εξάψουν το μελοδραματικό «φιλανθρωπικό» θυμικό των χριστιανονοικοκυραίων). Κι αν κάποιο κόμμα (λέγε με. ΣΥ.ΡΙΖ.Α.) επιχειρήσει -για τους δικούς του πονηρούς ψηφοθηρικούς λόγους- να μην απευθύνεται τόσο σκληρά στη εξαγριωμένη νεολαία, τότε οι υπόλοιποι συμπαίκτες του στην κοινοβουλευτική αλάνα, θα το ξεμπροστιάσουν –δίκαια- για παραβίαση των ορίων του κοινοβουλευτικού παιχνιδιού και για αθέμιτη άγρα «πελατών».
Αντίθετα, με την καταχρηστικώς αναφερόμενη ως «γενιά του Πολυτεχνείου», οι εξεγερμένοι μαθητές του περασμένου Δεκεμβρίου συνιστούν πραγματική γενιά γιατί, έκαναν αισθητή την παρουσία τους σε όλη την Ελλάδα, ακόμα και σε μικρές επαρχιακές πόλεις (και όχι μόνο στην Αθήνα, όπως συνέβη το 1973). Επιπλέον, τα παιδιά αυτά δεν θα ήταν δυνατόν να έχουν ως γονείς κάποιους από τη δήθεν «γενιά του Πολυτεχνείου» γιατί, απλούστατα οι τελευταίοι κοντεύουν να γίνουν πλέον παππούδες (η ηλικία όσων έχουν γονείς από την υποτιθέμενη «γενιά του Πολυτεχνείου» δηλ. αυτής που γεννήθηκε κατά μέσο όρο το 1953, είναι αυτή τη στιγμή γύρω στα 25 και άνω).
Γι’ αυτό επιμένω ότι αυτή γενιά των εφήβων εξεγερμένων του Δεκεμβρίου 2008, είναι πλέον χαμένη υπόθεση για την εξουσία. Ειδικά όταν «μπογιατίζουν» τα φερόμενα ως «ιερά και όσιά» της παγκαροφυλάκια. Ή ακόμα και όταν καίνε τα «εθνικά» σταυροφορεμένα σημαιάκια της.
Παράθεση από Αόρατη Μελάνη:
«Έχει πολλή πλάκα πως ΚΑΘΕ γενιά νέων εξεγείρεται και νομίζει ότι ανακάλυψε την επανάσταση, και πως ΚΑΘΕ γενιά μεσήλικων κριτικάρει τους νέους ως επιπόλαιους και θερμοκέφαλους.»
«Φυσικά και κανείς δεν καταλαβαίνει κανέναν - το χάσμα των γενεών μετακυλίεται.»
Σχετικά με το «χάσμα των γενεών» δεν νομίζω ότι τα πράγματα είναι τόσο απλά. Σε μια έρευνα που είχα διαβάσει τον Δεκέμβρη, το 78% περίπου των Ελλήνων εφήβων δήλωνε ότι, δεν επικοινωνεί με τους γονείς του. Με άλλα λόγια οι γονείς δεν γνωρίζουν σε τί κόσμο έχουν φέρει τα παιδιά τους, δεν αντιλαμβάνονται, το άγχος των παιδιών τους, την αβεβαιότητά τους, την ψυχική φθορά τους, την κατάθλιψη που τόσο συχνά επισκέπτεται τους σημερινούς εφήβους στην Ελλάδα, την τρομακτική πίεση, την κούρασή τους, κοινώς, οι άνθρωποι είναι «κουκουρούκου». Αυτό οφείλεται φυσικά στο ότι πρωτίστως οι ίδιοι οι γονείς δεν έχουν καταλάβει σε τι κόσμο ζουν. Αλλά αυτό δεν είναι «χάσμα γενεών» δηλ. διαφορετική αντίληψη για τα πράγματα και τη ζωή μεταξύ δύο διαδοχικών γενεών, οι οποίες έτυχαν σε έναν κόσμο που αλλάζει ταχύτατα και εκ των οποίων η πρώτη «έχει χάσει πολλά επεισόδια». (όπως π.χ. συνέβη στην δεκαετία του 1960, όταν επινοήθηκε και η έκφραση «χάσμα γενεών»). Η σημερινή νεοελληνική κοινωνία δεν έχει υποστεί τίποτε σαρωτικές αλλαγές στο χρονικό διάστημα μεταξύ των σημερινών εφήβων και των γονέων τους, ώστε να δικαιολογείται η ύπαρξη κάποιου χάσματος γενεών.
Οι σημερινοί νεοέλληνες γονείς δεν έχουν διαφορετική αντίληψη από τα αγχωμένα παιδιά τους. Δεν έχουν καν αντίληψη. Είναι ζώα στην κοσμάρα τους. «Κουκουρούκου».
Θα πρότεινα επίσης σε όσους είναι αντίθετοι στη βία «από όπου κι αν προέρχεται», να επανεξετάσουν τη θέση τους. Το ζήτημα της βίας δεν είναι τόσο απλό όσο φαίνεται: όσο κι αν την «καταδικάζουν» κάποιοι (φυσικά μόνο στα λόγια γιατί, στην πραγματικότητα δεν μπορούν να επιβάλλουν καμία ποινή), αυτή θα υπάρχει (αρχής γενομένης από την
γενεσιουργό εξουσιαστική βία, την οποία είδα να προσπερνούν, καταλήγοντας στον συνήθη εύκολο στόχο, δηλ. την αμυντική βία των νέων).
Η «μή βία» είναι προϊόν της ανατολίτικης ηττοπάθειας και μοιρολατρείας (άλλωστε προβάλλεται αδιαλλείπτως και από τις εξουσίες ως «ευγενές» πρότυπο «ανωτερότητας» -να γυρνάμε δηλ. και το άλλο μάγουλο).
Ένα από τα εύστοχα που είχε πει ο Μάρξ είναι ότι «η βία είναι μαμή της Ιστορίας». Για μένα το ζήτημα είναι να βρεθούν εποικοδομητικές μορφές βίας. Σαν τέτοια θεωρώ τη
φανερή,
αυθόρμητη (δηλ. αυτοορμώμενη) και
στοχευμένη βία των δρόμων (όπως υπήρξε η βία των μαθητών τον περασμένο Δεκέμβρη). Αλλά και πιο «εκλεπτυσμένες» μορφές στοχευμένης βίας όπως των αναρχικών, που ξαλαφρώνουν τα ράφια των καρτέλ/σούπερ μάρκετς και διοχετεύουν το κοινωνικό προϊόν στην αυτονόητη κοινωφελή του ροή (π.χ. σε λιμοκτονούντες συνταξιούχους).
Συγγνώμη δια το μακρόν του σχολίου αλλά, όπως είπα ήταν και το τελευταίο μου.
(Απο)χαιρετώ και εύχομαι σε όλους καλές συζητήσεις .
"Η κουλτούρα είναι σαν τη μαρμελάδα: όσο λιγότερη έχει κάποιος, τόσο περισσότερο την απλώνει" (σύνθημα τού Μάη τού '68)