Σελίδα 1 από 4

οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 18 Ιαν 2011 09:12
από AoratiMelani
Έχω την εντύπωση ότι κάπου το είχα ξαναποστάρει αυτό, αλλά δεν το βρίσκω. Είναι μια σύνοψη που έκανα συνδυάζοντας δυο κείμενα:

1. Καθεστώς μόνιμης φορολογικής ασυλίας για την εκκλησίαΑπό το e-forologia.gr

2. Εκκλησία, μισθοί κληρικών και φορολογία
Από την ομάδα του facebook "να φύγουν από την κρατική μισθοδοσία όλοι οι εκκλησιαστικοί λειτουργοί", με τη σημείωση "Είναι κομμάτι της πρότασης νόμου που έχει επεξεργαστεί το τμήμα της φορολογικής πολιτικής του ΣΥΝ."


Ιστορικό οικονομικού - φορολογικού καθεστώτος της εκκλησίας


Θέσπιση κρατικής μισθοδοσίας των κληρικών και εισφοράς της Εκκλησίας στο κράτος.

Με τη ρύθμιση αυτή το κράτος ανέλαβε την υποχρέωση να καταβάλλει τους μισθούς των κληρικών και η Εκκλησία ανέλαβε την υποχρέωση να εισφέρει στον κρατικό προϋπολογισμό το 25% των ακαθάριστων εσόδων της.
Συγκεκριμένα το άρθρο 2 παρ. 2Α του α.ν. 536/45 αναφέρει: «Προς κάλυψιν της δαπάνης διά την μισθοδοσίαν των εφημερίων, ορίζονται από της 1ης Οκτωβρίου 1945 οι κάτωθι πόροι: Α) Εισφορά 25% επί των ακαθαρίστων εισπράξεων των ενοριακών και συναδελφικών, ως και των υπό ειδικών διεπομένων Ναών… Η είσπραξις της ανωτέρω εισφοράς ενεργείται κατά τας διατάξεις του νόμου περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων». Αργότερα με το άρθρο 5 του Α.Ν. 469/68 το ποσοστό της εισφοράς αυξήθηκε από 25% σε 35%.

Εξαιρούνται από το φόρο μεταβίβασης.

Ο αναγκαστικός νόμος 1521/1950 περί φόρου μεταβιβάσεως ακινήτων εξαιρεί τις εκκλησίες και τις ιερές μονές.

Απαλλάσσονται και από τον Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας.

Στον νόμο 2459/1997 που θεσπίστηκε επί κυβερνήσεως ΠΑΣΟΚ προβλέπεται η απαλλαγή της Εκκλησίας και των μονών από τον Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας. Συγκεκριμένα απαλλάσσονται από τον ΦΜΑΠ:
- Η Ιερή Μονή του όρους Σινά, το Ιερό Κοινό του Πανάγιου Τάφου και το Άγιον Όρος.
- Οι ιεροί ναοί, οι ιερές μονές, τα αναγνωρισμένα θρησκευτικά δόγματα, για τα ακίνητα που χρησιμοποιούν.

Καταργείται ο φόρος 35% επί των ακαθαρίστων εσόδων.
Λίγο πριν από τις βουλευτικές εκλογές του έτους 2004, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, με την ψήφιση του άρθρου 15 του ν. 3220/04, κατήργησε, από 1-1-2004, την υποχρέωση της Εκκλησίας για την ως άνω εισφορά. Συγκεκριμένα το άρθρο 15 του ν. 3220/04 αναφέρει: «Καταργείται η εισφορά που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του α.ν.536/45». *

Κατάργηση του φόρου για μισθώματα ακινήτων.
Με τον φορολογικό νόμο που ψηφίστηκε επί κυβέρνησης Ν.Δ. (ν. 3296/04), καταργήθηκε ο φόρος 10% που επιβαρύνει τα μισθώματα από την εκμίσθωση γαιών και οικοδομών. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 6 του ως άνω νόμου, αναφέρεται ότι τα εισοδήματα που αποκτούν από εκμισθώσεις οικοδομών και γαιών οι ιεροί ναοί, οι ιερές μητροπόλεις, οι ιερές μονές κ.λπ. φορολογούνται για το έτος 2005 με 10%, ο οποίος μειώνεται σε 7% για τα εισοδήματα οικονομικού έτους 2006 και σε 4% για τα εισοδήματα του οικονομικού έτους 2007. Το 2008 ο φόρος καταργήθηκε.

Απαλλαγή και από φόρο υπερτιμήματος και το τέλος συναλλαγών.
Στο νομοσχέδιο «Φόρος προστιθέμενης αξίας στις νέες οικοδομές, μεταβολές στη φορολογία κεφαλαίου και άλλες διατάξεις» οι φοροαπαλλαγές της Εκκλησίας διευρύνονται, καθώς «δεν υπόκεινται στον φόρο αυτόματου υπερτιμήματος οι ιεροί ναοί και οι ιερές μονές» (άρθρο 7) και «οι ιεροί ναοί και οι ιερές μονές απαλλάσσονται από το τέλος συναλλαγής» (άρθρο 16).

Η (ουσιαστικά) πρώτη φορολόγηση της εκκλησιαστικής περιουσίας.
Η πρώτη κίνηση για τη φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας της Εκκλησίας και των Μονών έγινε με τον νόμο 3634/2008 που προβλέπει την επιβολή Ενιαίου Τέλους Ακινήτων (ΕΤΑΚ) με συντελεστή 0,1% επί της αξίας κτισμάτων, οικοπέδων και αγροτεμαχίων που εκμισθώνουν ή έχουν παραχωρήσει δωρεάν οι Ιεροί Ναοί, οι Ιερές Μονές, το Ιερό Κοινό του Παναγίου Τάφου, η Ιερά Μονή του Ορους Σινά, το Αγιον Ορος, το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και η Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας. Μέχρι στιγμής ουδείς πέραν της Κεντρικής Οικονομικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας της Ελλάδας που υπάγεται στην Ιερά Σύνοδο, έχει υποβάλει το ενιαίο τέλος ακινήτων. Η Κεντρική Οικονομική Υπηρεσία κατέβαλε το ποσό των 700.000 ευρώ στο ελληνικό Δημόσιο.

*Υποχρεωτική εισφορά κατά το νόμο, προαιρετική στην πράξη…

Με την κατάργηση του ν. 536/45 συντελέστηκε μια ουσιώδης, μονόπλευρη ανατροπή στις, ως τότε, διαμορφωμένες οικονομικές σχέσεις κράτους – εκκλησίας. Η υποχρέωση της Εκκλησίας για εισφορά καταργήθηκε, ενώ η υποχρέωση του κράτους για μισθοδοσία των κληρικών παρέμεινε.
Σημειώνεται ότι ο ανωτέρω ν. 536/45, ουδέποτε τηρήθηκε με συνέπεια.
Η αναποτελεσματικότητα της εισφοράς οφείλεται στη συστηματική φοροδιαφυγή της εκκλησίας, όπως καταδεικνύεται σαφώς και από την επίσημη απάντηση του Υπουργείου Οικονομίας & Οικονομικών στην υπ' αριθμ. πρωτ. 8408/666/2-3-05 ερώτηση του ΣΥΝ, σχετικά με την καταβολή της εν λόγω εισφοράς. Στην ερώτηση δεν απαντήθηκαν τα ερωτήματα αν έγιναν έλεγχοι για την εξακρίβωση της τήρησης ή όχι των υποχρεώσεων που απορρέουν από το ν. 536/45 και αν υπήρξαν ναοί που δεν κατέβαλαν την ως άνω εισφορά. Από το ύψος των ποσών που καταβλήθηκαν από την εκκλησία, κατά τα έτη 2000-2004, στα Δημόσια Ταμεία, καταδεικνύεται η συστηματική φοροδιαφυγή της εκκλησίας.
Συγκεκριμένα, τα ποσά που κατέβαλε στις Δ.Ο.Υ. η εκκλησία, τα έτη 2000-2004, σύμφωνα με την απάντηση του Υπουργείου Οικονομίας & Οικονομικών, ανέρχονται (ποσά σε ευρώ):
Έτη Ποσά
2000 8.202.081,08
2001 9.004.597,85
2002 9.969.036,17
2003 10.246.098,23
2004 6.455.444,74
Τα ως άνω έσοδα καλύπτουν το 3% - 4% της δαπάνης για τη μισθοδοσία των κληρικών, ενώ, υποτίθεται, θα την κάλυπταν πλήρως. Η δαπάνη για τη μισθοδοσία των κληρικών με βάση τα στοιχεία του προϋπολογισμού (ΚΑΕ 371 και 2892) είναι η εξής ( σε εκ. ευρώ:)
2004 2005 2006
189,5 161,3 199,3
Επίσης σε σχετική επίκαιρη ερώτησή του ΣΥΡΙΖΑ (28-3-2005) για την κατάργηση της εισφοράς 35%, που κατέβαλε η εκκλησία για την ενίσχυση του κρατικού προϋπολογισμού, ο υφυπουργός Οικονομίας & Οικονομικών απάντησε: "Το σκεπτικό της κατάργησης, όπως προκύπτει από την εισηγητική έκθεση, ήταν ότι επρόκειτο για έναν αναποτελεσματικό φόρο κατά κάποιο τρόπο και δε λειτουργούσε. Η πραγματικότητα είναι κάπως έτσι, γιατί μεταβλήθηκε σε μια προαιρετική ουσιαστικά εισφορά που κάποιοι ιερείς προσήρχοντο στα δημόσια ταμεία και απέδιδαν και κάποιοι την είχαν εντελώς ξεχάσει". Το Υπουργείο, δηλαδή, σαφώς αναγνωρίζει ότι στην πράξη η εισφορά έγινε "προαιρετική", πράγμα που δεν ισχύει για κανένα φόρο ή εισφορά που αφορά τους πολίτες.

Εκτεταμένη φοροδιαφυγή και διπλά βιβλία
Τα παραπάνω, στη γλώσσα του φορολογικού δικαίου, συνιστούν, βεβαίως, το αδίκημα της φοροδιαφυγής. Για την πραγματοποίηση της τελευταίας, ορισμένες Μητροπόλεις, έφτασαν να τηρούν μυστικά διπλά βιβλία υπό την άμεση υπόδειξη και εποπτεία των αντίστοιχων Μητροπολιτών.
Το γεγονός αυτό τεκμηριώνεται από την υπ' αριθμ. 190/20-4-04 απόφαση του Μητροπολίτη Καλαβρύτων, η οποία έχει δημοσιευθεί στο φύλλο της εφημερίδας της Κυβέρνησης (ΦΕΚ 588/20-4-04) και με την οποία αναγνωρίζεται η φοροδιαφυγή και γίνονται οι εξής συστάσεις προς τα ιερατικά συμβούλια των ναών: " Στο πρακτικό καταμετρήσεως των εισπράξεων αναγράφεται μεν το σύνολο των εισπράξεων, αλλά την ίδια στιγμή το συνολικό χρηματικό ποσό διαχωρίζεται σε δύο κατηγορίες: ποσοστό 10% ως "τακτικά" έσοδα και ποσοστό 90% ως έσοδο "εκ δωρεών". Το μυστικό αυτής της μεθόδευσης ήταν το εξής: οι εισφορές δεν καταβάλλονται επί των δωρεών, αλλά επί των "τακτικών" εσόδων, δηλαδή επί του 10% και όχι επί του συνόλου.
Στη συνέχεια δίνεται η εντολή: "Τα πάσης φύσεως ανεπίσημα δεύτερα και μυστικά λογιστικά βιβλία καταργούνται οριστικά και αμετάκλητα".
Ομολογείται, δηλαδή, η ανάπτυξη ενός ολόκληρου συστήματος για την παραπλάνηση των αρχών, όπως ομολογείται και η τήρηση "μυστικών" (από ποιους;) λογιστικών βιβλίων.

Διαδικτυακή πύλη υπουργείου Οικονομικών - Προϋπολογισμός 2010 του ΥΠΕΠΘ
Δαπάνες της Γ.Γ. Θρησκευμάτων (ειδικός φορέας 230).
Κωδικοί (ΚΑΕ):
0371 = μισθοδοσία αρχιερέων = 6.200.000€
2892 = μισθοδοσία κληρικών = 226.000.000€

Re: οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 18 Ιαν 2011 18:12
από apeleytheros

Re: οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 01 Οκτ 2011 11:20
από tasos_didymoteicho
Αριθμός:
23282
Τύπος:
Ερωτήσεις
Θέμα:
Κατάργηση φοροαπαλλαγών Εκκλησίας της Ελλάδος
Κόμμα:
ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ
Ημερομηνία:
22/09/2011
Ημ. Τελευταίας Τροποποίησης:
22/09/2011
Καταθέτοντες:
Κουβέλης Ευαγγέλου Φώτιος-Φανούριος
Λεβέντης Σωτηρίου Αθανάσιος
Τσούκαλης Σπυρίδωνα Νικόλαος
Ψαριανός Νικολάου Γρηγόριος
Υπουργεία:
Οικονομικών
Υπουργοί:
Βενιζέλος Ευάγγελος (Υπουργός Οικονομικών)

Re: οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 01 Οκτ 2011 12:12
από tasos_didymoteicho
Αριθμός:
23471
Τύπος:
Ερωτήσεις
Θέμα:
Περιπτώσεις ψεύτικων δωρεών από ιδιώτες σε εκκλησίες και Μονές στη β ΔΟΥ Πατρών.
Κόμμα:
ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ
Ημερομηνία:
26/09/2011
Ημ. Τελευταίας Τροποποίησης:
27/09/2011
Καταθέτοντες:
Λεβέντης Σωτηρίου Αθανάσιος
Τσούκαλης Σπυρίδωνα Νικόλαος
Ψαριανός Νικολάου Γρηγόριος
Υπουργεία:
Οικονομικών
Υπουργοί:
Βενιζέλος Ευάγγελος (Υπουργός Οικονομικών)

Re: οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 30 Μαρ 2012 21:33
από AoratiMelani
Κατάλογος άρθρων σχετικών με τα οικονομικά της Εκκλησίας. Κάποια στιγμή θα κάνω μια σύνοψη όπτως στην αρχική ανάρτηση.

Η ακτινογραφία της περιουσίας της Εκκλησίας
Εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα γης, ακίνητα, μετοχές και καταθέσεις
Του Νικου Παπαχρηστου στην Καθημερινή
Spoiler: Εμφάνιση
Η καθαρογραφή της εκκλησιαστικής περιουσίας στην Ελλάδα δείχνει να είναι ισοδύναμης δυσκολίας με την αποκρυπτογράφηση του ανθρώπινου γονιδιώματος. Εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα γης, αμέτρητα αστικά ακίνητα, μετοχές και καταθέσεις εκατομμυρίων ευρώ κατανέμονται σε περισσότερα από 6.700 (!) Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου όπως μητροπόλεις, ενοριακούς ναούς, μοναστήρια και «ιερά καθιδρύματα». Ετσι ούτε η Εκκλησία -κάτι που μάλλον την «εξυπηρετεί»- αλλά ούτε και η Πολιτεία, που αγκομαχά εν μέσω οικονομικής κρίσης να ολοκληρώσει το εθνικό κτηματολόγιο, είναι σε θέση να απαντήσουν στο ερώτημα τι περιλαμβάνει και ποια είναι η αξία της «ιερής περιουσίας». Πάντως από τα στοιχεία που κατά καιρούς έχουν εκτιμηθεί, συνάγεται ότι η εκκλησιαστική περιουσία καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση μετά την περιουσία του ελληνικού κράτους.

Και ξενοδοχεία
Είναι χαρακτηριστικό ότι η περιουσία μόνον της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Υπηρεσίας Οικονομικών (ΕΚΥΟ) της Εκκλησίας της Ελλάδος (χωρίς δηλαδή την περιουσία μητροπόλεων, μονών και ναών) υπολογίζεται περίπου στο ποσό των 700 εκατ. ευρώ. Σε αυτήν περιλαμβάνονται κατοικίες, καταστήματα και χώροι στάθμευσης σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και άλλες πόλεις. Ανάμεσά τους το κτίριο της οδού Μητροπόλεως, όπου στεγαζόταν το υπουργείο Παιδείας, το κτίριο της Εμπορικής Τράπεζας στην οδό Πανεπιστημίου καθώς και το ξενοδοχείο «Ηλέκτρα» στην οδό Ερμού. H EKYO στο Λεκανοπέδιο διαθέτει περισσότερα από 350 ακίνητα, συνολικής επιφανείας άνω των 60.000 τ.μ. Ωστόσο... «από το σύνολο της περιουσίας που είχε η Εκκλησία το 1830, σήμερα της έχει απομείνει μόλις το 4%» υποστηρίζει στην «Κ» ο κ. Αντώνης Ζαμπέλης, γενικός διευθυντής της ΕΚΥΟ. Αυτό το φαινομενικά μικρό ποσοστό αντανακλά σε μια τεράστια περιουσία στην οποία, σύμφωνα με τις κατά καιρούς δηλώσεις ιεραρχών και λαϊκών στελεχών της εκκλησιαστικής διοίκησης, στηρίζεται το πολυδιάστατο φιλανθρωπικό και κοινωνικό έργο της. Τα εκκλησιαστικά ΝΠΔΔ εμφανίζονται να κατέχουν σχεδόν 1,3 εκατ. στρέμματα γης σε όλη τη χώρα. Δάση, βοσκοτόπια και αγροτικές εκτάσεις ανήκουν κυρίως σε ιερές μονές, οι οποίες πολλές φορές δεν διαθέτουν καν τίτλους ιδιοκτησίας, ενώ σε άλλες περιπτώσεις, επικαλούνται οθωμανικά φιρμάνια και έγγραφα που τους «αποδίδουν» τη νομή και κατοχή ολόκληρων περιοχών στις οποίες, ωστόσο, σήμερα έχουν αναπτυχθεί οικισμοί. Αξίζει να σημειωθεί ότι κάποτε το μεγαλύτερο τμήμα της Αττικοβοιωτίας μοιράζονταν οι Μονές Πεντέλης και Πετράκη.
Η εικόνα της συνολικής έκτασης του εκκλησιαστικού «κτηματολογίου» διαφοροποιείται από τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης. Συγκεκριμένα, οι «ιερές» εκτάσεις περιορίζονται στα 855.000 στρέμματα εκ των οποίων σχεδόν τα μισά χαρακτηρίζονται διακατεχόμενα, δηλαδή εκτάσεις για τις οποίες η Εκκλησία δεν διαθέτει για διάφορους λόγους τίτλους ιδιοκτησίας ή αυτές έχουν καταπατηθεί. Πάντως, ένας σημαντικός αριθμός εκτάσεων που ανήκουν στην Εκκλησία και βρίσκονται σε αστικές περιοχές είναι δεσμευμένος από ΟΤΑ. «Διάφοροι δήμοι τα έχουν χαρακτηρίσει χώρους πρασίνου, αναψυχής ή για πολιτιστικές δραστηριότητες, έχουμε προσφύγει στη Δικαιοσύνη, δικαιωθήκαμε με τελεσίδικες αποφάσεις και επί 7 χρόνια το υπουργείο Περιβάλλοντος δεν εκτελεί τις αποφάσεις» υποστηρίζει ο κ. Ζαμπέλης.

Το ενδιαφέρον, ωστόσο, επικεντρώνεται στα εκκλησιαστικά έσοδα, σημαντικό μέρος των οποίων προέρχεται από εκμίσθωση ακινήτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Εκκλησιαστική Κεντρική Υπηρεσία Οικονομικών της Εκκλησίας της Ελλάδος ήδη από τις αρχές της δεκαετίας έστρεψε το ενδιαφέρον της στην αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας της καθώς και στην επένδυση μέρους των εσόδων της σε μετοχές. Οπως προκύπτει από τον οικονομικό, τελευταίο, απολογισμό της ΕΚΥΟ για το έτος 2008 τα καθαρά έσοδα της Εκκλησίας ανήλθαν στα 19.601.354,42 ευρώ ενώ το 2009, σύμφωνα με δηλώσεις στελεχών της, άγγιξαν τα 12 εκατ. ευρώ. Και σε αυτά δεν συμπεριλαμβάνονται τα έσοδα των μητροπόλεων, των ιερών μονών και των ιερών ναών, που αποτελούν ξεχωριστά ΝΠΔΔ.

Ελλειμματικός απολογισμός
«Τα έσοδα αυτά καλύπτουν όλες τις λειτουργίες της Ιεράς Συνόδου καθώς και τη μισθοδοσία των υπαλλήλων της» σημειώνει ο κ. Ζαμπέλης, διευθυντής των εκκλησιαστικών οικονομικών. Προσθέτει πως για πρώτη φορά η Εκκλησία της Ελλάδος θα καταγράψει ελλειμματικό απολογισμό εξαιτίας της μη καταβολής των μερισμάτων - περίπου 8 εκατ. ευρώ από τις μετοχές της ΕΤΕ που διαθέτει. Πάντως οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης αποτυπώνονται στη χρηματιστηριακή αξία των μετοχών που διαθέτει η Εκκλησία, η οποία μειώθηκε αισθητά, παρά το γεγονός ότι αύξησε τον αριθμό των χρεογράφων που διαθέτει. Συγκεκριμένα το 2007 κατείχε 5.947.492 μετοχές της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, χρηματιστηριακής αξίας 277.747.876 ευρώ. Το 2008 αύξησε το χαρτοφυλάκιό της με την αγορά 1.600.000 μετοχών, ανεβάζοντας -μαζί με την παροχή επιπλέον μετοχών- το μερίδιό της στα 7.785.405 τεμάχια, ενώ σήμερα διαθέτει 9 εκατ. μετοχές της ΕΤΕ. Η χρηματιστηριακή αξία τους, ωστόσο, κυμαίνεται περίπου στα 140 εκατ. ευρώ. Για την αγορά των μετοχών διέθεσε περισσότερα από 30 εκατ. ευρώ μειώνοντας τα αποθεματικά της -για το 2008- σε 11.121.841,23 ευρώ.
Κράτος και Εκκλησία: Επικίνδυνες σχέσεις
ΑΥΤΟ ΤΟ ΔΙΑΖΥΓΙΟ ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΤΟ ΒΓΑΛΕΙ;
Της Ντίνας Δασκαλοπούλου (dida@enet.gr) στην Ελευθεροτυπία
Spoiler: Εμφάνιση
Ολες οι σχέσεις εξελίσσονται με το χρόνο. Ακόμα και οι πιο στενές, όπως της μητέρας με το παιδί της, με τον καιρό οδεύουν προς την αμοιβαία ανεξαρτητοποίηση. Αλλιώς, η μητέρα αποδεικνύεται τυραννική και το παιδί καταλήγει ένας μπούλης και μισός. Στις σχέσεις Εκκλησίας - κράτους, η μητέρα (αν και δεν συνεισέφερε ιδιαίτερα στη γέννηση του κράτους) είναι σίγουρα η Εκκλησία. Το παιδί μένει να δούμε αν θα συνεχίσει να είναι μαμόθρεφτο...
Πιστεύοντας, όπως κι εσείς, ότι η θρησκεία είναι ένα ζήτημα που αφορά αποκλειστικά τον κάθε άνθρωπο και το θεό του, ότι κανείς δεν χρωστάει λογαριασμό σε κανέναν για την πίστη ή τη θρησκεία του, ότι οι νομοθετικές εξουσίες της κυβέρνησης μπορούν να αφορούν πράξεις μόνο και όχι απόψεις, σέβομαι απόλυτα την απόφαση ολόκληρου του αμερικανικού λαού, που όρισε ότι οι νομοθέτες του δεν θα φτιάξουν κανέναν νόμο που θα στηρίζει την εγκαθίδρυση κάποιας θρησκείας ή θα απαγορεύει την ελεύθερη άσκησή της, χτίζοντας έτσι ένα τείχος διαχωρισμού ανάμεσα σε Εκκλησία και κράτος».
Μ' αυτήν τη φράση από μια επιστολή του προς την Ενωση Βαπτιστών του Ντάνμπουρι, ο πρόεδρος των ΗΠΑ
Τόμας Τζέφερσον προσδιόρισε την έννοια του «χωρισμού Εκκλησίας και κράτους». Αυτά στην Αμερική του 1802. Στην Ελλάδα του 2010 ακόμα το συζητάμε.
Η σχέση κράτους και Εκκλησίας (μία είναι η Εκκλησία όταν αναφερόμαστε σε τέτοια ζητήματα, η Ορθόδοξη) είναι παλιά όσο και το κράτος που γεννήθηκε μετά την Επανάσταση του 1821. Από τότε το κράτος εναγκαλίστηκε την Εκκλησία και εκείνη ανταπέδωσε τον εναγκαλισμό σε έναν νομοθετικό και πολιτικό δεσμό τόσο ισχυρό, που καμία κυβέρνηση δεν μπόρεσε να θίξει. Κάθε τόσο, από τη συνταγματική αναθεώρηση του '75 και μετά, κυβερνήσεις μάταια προσπαθούν να «αναθεω- ρήσουν», να «επαναπροσδιορίσουν» ή, έστω, να «επαναδιατυπώσουν» αυτές τις σχέσεις. Η τελευταία προσπάθεια της καινούργιας κυβέρνησης για φορολόγηση της εκκλησιαστικής περιουσίας και οι οργίλες αντιδράσεις της εκκλησιαστικής ιεραρχίας (που εσχάτως ζητά και επιστροφή χρημάτων από το κράτος), αναδεικνύουν για άλλη μια φορά το ακανθώδες σύμπλεγμα, που ξεκινά από το σύνταγμα και φτάνει μέχρι την καθημερινότητά μας.
Πόσο πολύ έχει παρεισφρήσει η Ορθόδοξη Εκκλησία στη ζωή μας; Αρκεί να δείτε τους βουλευτές που σηκώνουν το χέρι για να ορκιστούν μπροστά σε ιερείς. Ή τις εικόνες του Χριστού στα δικαστήρια (όπου μπορεί να έχει κατοχυρωθεί η εναλλακτική του πολιτικού όρκου, αλλά κανένας σώφρων δικηγόρος δεν θα σας συμβουλέψει να τον επιλέξετε). Ή τη μεγάλη διαμάχη του εκάστοτε υπουργού Εθνικής Παιδείας ΚΑΙ Θρησκευμάτων για την καθιέρωση του μαθήματος σεξουαλικής αγωγής στα σχολεία, η οποία προαναγγέλλεται και παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες από το 1964. Αυτά, όμως, είναι η επιφάνεια των πραγμάτων, συμβολικές κινήσεις που στόχο έχουν να δείχνουν σε κάθε ενδιαφερόμενο τη δύναμη της Εκκλησίας και του ποιμνίου της, αυτού που ο αείμνηστος Χριστόδουλος αποκαλούσε «Δεξιά του Κυρίου».
Μια δύναμη που όλες οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν πως οδεύει προς τον εκφυλισμό, ωστόσο καμία κυβέρνηση δεν πήρε το ρίσκο να αμφισβητήσει στην πράξη. Τρία χρόνια μετά το σκάνδαλο που ξέσπασε στους κόλπους της Εκκλησίας, ένα άλλο σκάνδαλο ξεσπά το 2008. Βατοπέδι. Ξανά στο προσκήνιο οι δεσμοί της Εκκλησίας με το κράτος, ξανά στη δημόσια διαβούλευση η εξουσία που ο Κλήρος έχει από το Σύνταγμα και τη νομολογία, ξανά επί τάπητος το ερώτημα εάν έφτασε η ώρα για το χωρισμό τους, ξανά το ερώτημα «είναι ώριμη η ελληνική κοινωνία;».
Ο βουλευτής τής τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης Νίκος Σηφουνάκης μιλάει στην «Ελευθεροτυπία» για την «τριτοκοσμική σχέση κράτους - Εκκλησίας» και προσθέτει: «Εξαιτίας της ατολμίας χάθηκαν ευκαιρίες στη συνταγματική αναθεώρηση. Με λυπεί να παρουσιάζει η χώρα μας ανά την υφήλιο την εικόνα ενός θεοκρατικού κράτους κατά την έναρξη των εργασιών της Βουλής. Μόνο με το Ιράν συγκρινόμαστε. Ούτε καν με την Τουρκία του Κεμάλ, που καθιέρωσε το λαϊκό κράτος».
Μόνο που ο βουλευτής «ξεχνάει» πως στη διαδικασία της αναθεώρησης συμμετείχε και το δικό του κόμμα, με εισηγητές δύο κορυφαίους συνταγματολόγους, που και οι δύο δήλωναν: «Δεν πρέπει να υπάρξει διαχωρισμός κράτους - Εκκλησίας. Θεωρούσαμε επιβεβλημένο αυτόν το διαχωρισμό τον καιρό που στην Ελλάδα είχαμε βαρύτατες προσβολές των δημοκρατικών δικαιωμάτων και ειδικά του δικαιώματος της θρησκευτικής συνείδησης».
Δεν φυλακίζουμε, λοιπόν, πια τους αντιρρησίες συνείδησης Μάρτυρες του Ιεχωβά, και όλα τα προβλήματα έχουν λυθεί; Δύο χρόνια πριν, ο αρχηγός τής τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης σε συνέντευξή του («Ελευθεροτυπία», 5/11/08) τίθεται με σαφήνεια υπέρ μιας «συνολικής αναθεώρησης των σχέσεων κράτους και Εκκλησίας, έτσι ώστε να κατοχυρωθεί πλήρως η ανεξαρτησία του ενός απέναντι στον άλλο» και δεσμεύεται ότι «θα επανεξεταστούν όλες οι ειδικές φορολογικές ρυθμίσεις που αφορούν την Εκκλησία». Εγκριτοι νομικοί περιγράφουν το καθεστώς «φορολογικού παραδείσου που απολαμβάνουν η Εκκλησία και οι μονές, νομικά όμοιο με αυτό off shore εταιρειών στη Λιβερία ή στον Παναμά».
Πόσο αλλάζουν πολλοί πολιτικοί και κόμματα όταν βρεθούν στην κυβέρνηση; Τον περασμένο Δεκέμβριο, μετά τη δήλωση του υπουργού Οικονομικών, ο οποίος είχε χαρακτηρίσει την Εκκλησία «κοινωφελές ίδρυμα», ο πρωθυπουργός -πλέον- Γιώργος Παπανδρέου προσκαλεί τον Αρχιεπίσκοπο στο υπουργικό συμβούλιο και οι δύο τους δηλώνουν ότι επιθυμούν τη συνεργασία κυβέρνησης - Εκκλησίας. Ο κ. Παπανδρέου διαβεβαίωσε τον κ. Ιερώνυμο ότι θα προηγηθεί διάλογος για τις τυχόν αλλαγές και συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών.
Και όμως, υπάρχουν κάποιοι που δεν αλλάζουν θέση. Είναι οι νομικοί της Ελληνικής Ενωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και του Πολίτη (ΕΕΔΑΠ). Αυτοί οι «αυτόκλητοι και αυτοσχέδιοι μάγοι της αλλοτρίωσης», όπως τους χαρακτηρίζει η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, είναι η παλαιότερη μη κυβερνητική οργάνωση προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που υπάρχει στην Ελλάδα. Ιδρύθηκε το 1953 και, έκτοτε, στο προεδρείο της στρατεύθηκαν προσωπικότητες, όπως Αλέξανδρος Σβώλος, Στρατής Σωμερίτης, Αγνή Ρουσοπούλου, Αριστόβουλος Μάνεσης.
Η δικτατορία του 1967 διέλυσε την ΕΕΔΑΠ, η οποία ανασυγκροτήθηκε στο τέλος του 1974. Και εσχάτως προκαλεί πονοκεφάλους στην εκκλησιαστική ιεραρχία, σύμφωνα με την οποία επιδιώκει τη «βάναυση μετατροπή της χώρας σε άθρησκη πολιτεία, χωρίς, βέβαια, τη συναίνεση του λαού». (σ.σ.: Ο λαός και η άποψή του εκδηλώθηκαν εκτενώς μετά το σκάνδαλο του Βατοπεδίου. Σύμφωνα με έρευνα που δημοσίευσε το «Εθνος της Κυριακής», υπέρ του διαχωρισμού κράτους - Εκκλησίας τάχθηκε το 61,6% των πολιτών, ενώ το 88,5% τάσσεται υπέρ της φορολόγησης της εκκλησιαστικής περιουσίας. Σε έρευνα της «Κυριακάτικης Ελευθε- ροτυπίας», την ίδια περίοδο, 48% των πολιτών υποστηρίζουν το διαχωρισμό.) Πώς η χώρα θα γίνει πολιτεία; Και πώς σκέφτονται να την αλλοτριώσουν οι μάγοι; Τους αναζητήσαμε στα λημέρια τους, εκεί όπου επεξεργάστηκαν το μοναδικό ολοκληρωμένο σχέδιο νόμου για το διαχωρισμό κράτους - Εκκλησίας.
«Πώς αντιλαμβανόμαστε ότι ένα κράτος δεν είναι κοσμικό; Παρατηρούμε την Ελλάδα». Την πρώτη φορά που το άκουσα αυτό κεραυνοβολήθηκα, μέχρι που ο καθηγητής μας Συγκριτικού Συνταγματικού Δικαίου στο πανεπιστήμιο του Μονπελιέ άρχισε να μας εξηγεί: εικόνες του Χριστού κοσμούν σχολεία, δικαστήρια και δημόσιες υπηρεσίες, οι βουλευτές δίνουν θρησκευτικό όρκο, το μάθημα των θρησκευτικών είναι υποχρεωτικό, η βλασφημία συνιστά ποινικό αδίκημα.
Στην Ελλάδα, η ευλάβεια παύει να είναι ιδιωτική υπόθεση και μετατρέπεται σε δημόσια υποχρέωση, ιδιαίτερα για τους δημοσίους υπαλλήλους. Και, μάλιστα, οι ένστολοι υποχρεώνονται να παρίστανται σε θρησκευτικές τελετές ως εκπρόσωποι του κρατικού μηχανισμού Τι σχέση έχουν οι πρακτικές αυτές με τη θρησκευτική πίστη του καθενός και την άσκηση της θρησκευτικής του λατρείας; Μας απαντά η δικηγόρος ανθρωπίνων δικαιωμάτων Κλειώ Παπαπαντολέων: «Καμία. Οι πρακτικές αυτές αποτελούν την πανηγυρική διακήρυξη (από την πλευρά του κράτους) της πρωτοκαθεδρίας της χριστιανικής ορθόδοξης θρησκείας. Το πρόβλημα αφορά τη θρησκευτική ελευθερία των ανθρώπων σε ένα περιβάλλον του οποίου η καθημερινότητα κυριαρχείται από την επιβολή και υποβολή της ορθόδοξης πίστης. Και δεν αναφερόμαστε αποκλειστικά στους "μη ορθόδοξους", αλλά και στη στατιστικά αδιόρατη, πλην ποιοτικά και ποσοτικά εξαιρετικά κρίσιμη μερίδα συμπολιτών μας, που ναι μεν τυπικά ανήκουν στο ποίμνιο, αλλά συνειδησιακά είτε είναι εκτός είτε τοποθετούν το ζήτημα της πίστης τους στο αυστηρώς ιδιωτικό τους πεδίο».
Η αφετηρία αυτού του ασφυκτικού εναγκαλισμού θρησκείας και πολιτικής τοποθετείται συμβατικά στα 1833, όταν με βασιλικό διάταγμα η Εκκλησία της Ελλάδος αποσπάσθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τέθηκε υπό την εξουσία του Βασιλείου της Ελλάδος, ως κλιμάκιο του διοικητικού του μηχανισμού. Από τότε μέχρι σήμερα δεν έχουν επέλθει παρά μόνον ελάχιστες ουσιώδεις μεταβολές, όπως θα μας εξηγήσει ο νομικός Μιχάλης Τσαπόγας. «Μετά τη συνταγματική αναγνώριση "επικρατούσης θρησκείας" το 1844, όλοι επαναπαύθηκαν στο καθεστώς πολιτειοκρατίας, το οποίο εξασφάλιζε στη μεν Πολιτεία τη δυνατότητα ασφυκτικού ελέγχου, στη δε Εκκλησία το προνόμιο δημόσιου οργανισμού. Οι παρενέργειες δεν άργησαν να φανούν: η μεν Πολιτεία καθηλώθηκε σε χρόνιες νομοθετικές αγκυλώσεις για μια σειρά από πεδία που θα έπρεπε να ανήκουν στη δική της αποκλειστική αρμοδιότητα (οικογενειακό δίκαιο, εκπαίδευση, ελευθερία θρησκευτικών μειονοτήτων), η δε Εκκλησία υποχρεώθηκε σε απόκλιση από τους δικούς της κανόνες για σειρά από θέματα που ανάγονται στην εσωτερική της οργάνωση».
Η Μεταπολίτευση, που ευαγγελίστηκε σαρωτικές αλλαγές στην οργάνωση και τις δομές της χώρας, έφερε την Πολιτεία πιο κοντά παρά ποτέ σε ένα διαζύγιο με την Εκκλησία. «Παρά ταύτα, ο νομοθέτης δεν έκανε το μεγάλο βήμα» παρατηρεί ο Μιχάλης Τσαπόγας. «Ακόμη και στα πρακτικά του Συντάγματος του 1975 οι πάντες παραδέχονται ότι χρειάζονται μείζονες αλλαγές και αμφιβάλλουν μόνο για την προοπτική κοινωνικής αποδοχής τους. Η διστακτικότητα αυτή οφείλεται κυρίως στη σφοδρή αντίδραση της ίδιας της Εκκλησίας, η οποία εκτιμά ότι ενδεχόμενη αναθεώρηση της διασύνδεσής της με το κράτος θα διετάρασσε βιαίως τη σχέση της με την κοινωνία και το έθνος: εκτίμηση αβάσιμη, καθώς η ισχύς των θρησκειών δεν στηρίζεται στην πολιτειακή τάξη προβαδίσματος, παρά μόνο στην παράδοση και την πειθώ».
Ο Δημήτρης Χριστόπουλος είναι ένα από τα ονόματα που συναντά κανείς συχνά στις εφημερίδες της ακροδεξιάς και στις φασιστικές ιστοσελίδες. Σχεδόν επικηρυγμένος από τους «πατριώτες», ο επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου είναι ο πρόεδρος της ΕΕΔΑΠ. Και αν -όπως λέγουν οι ιεράρχες, όπως υποστηρίζουν κυβερνώντες συνταγματολόγοι και όπως βοούν οι εθνικιστές- πρόβλημα με την Εκκλησία δεν υπάρχει, μήπως είστε απλώς εμμονικοί εναντίον της Ορθοδοξίας, κύριε πρόεδρε; «Το πρώτο πρόβλημα αφορά το έλλειμμα λογοδοσίας που εδράζεται στις λεγόμενες "υπόγειες διαδρομές" κράτους - Εκκλησίας μέσα σε κραυγαλέες λογιστικές και θεσμικές ανεπάρκειες» επισημαίνει ο καθηγητής. «Οι ανεπάρκειες αυτές αναδείχθηκαν με τον πλέον τραυματικό για το πολίτευμα τρόπο στο λεγόμενο σκάνδαλο Βατοπεδίου. Οι "υπόγειες διαδρομές" αφορούν άτυπες σχέσεις και δίκτυα εκκλησιαστικών ταγών με κρατικούς αξιωματούχους, από τα σχολεία και τα υπουργεία ώς τα δικαστήρια».
Ο Νίκος Αλιβιζάτος είναι καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εις εκ των... ζηλωτών για τη «βάναυση μετατροπή της χώρας σε άθρησκη πολιτεία». Ο... σατανικός αυτός σκοπός παρουσιάστηκε με τη μορφή σχεδίου νόμου τον Οκτώβριο του 2005. Τι έγινε με την πρότασή σας, κύριε καθηγητά; τον ρωτήσαμε.
«Την υιοθέτησαν αυτούσια και την κατέθεσαν λίγο αργότερα στη Βουλή ο Στέφανος Μάνος και ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος, ανεξάρτητοι βουλευτές, εκλεγμένοι τότε με το ΠαΣοΚ. Το ΚΚΕ και ο Συνασπισμός ακολούθησαν, αφού επέφεραν μερικές μικροαλλαγές. Η Ν.Δ. και το ΠαΣοΚ απέρριψαν την πρόταση με το σκεπτικό ότι θα έπρεπε τάχα να προηγηθεί αναθεώρηση του Συντάγματος. Η Μαριέττα Γιαννάκου, πάντως, αρμόδια υπουργός τότε, μίλησε με νόημα για τη "διαπλοκή" που υπάρχει "σε πάρα πολλούς χώρους" και για την οποία υπεύθυνοι είναι προ πάντων οι άνθρωποι και λιγότερο οι νόμοι».
Η... Δεξιά του Κυρίου, εκτός από προσευχές, διαθέτει και ψήφους. Και εάν ελάχιστοι πολιτικοί μπορούν να επιβιώσουν πολιτικά αντλώντας ψήφους μόνο από τις ενορίες, το σίγουρο είναι ότι σε κανέναν δεν κακοφαίνονται μερικές ψήφοι παραπάνω με άρωμα κεριού και λιβανιού Ο διαχωρισμός Εκκλησίας - κράτους, για άλλη μια φορά, δεν πέρασε από την ελληνική Βουλή• ωστόσο, έχει ενδιαφέρον ότι αρκετά από τα επί μέρους σημεία της πρότασης πέρασαν. Ο καθηγητής Αλιβιζάτος κάνει τον απολογισμό:
* Καταργήθηκε η απαλλαγή των κληρικών και των μοναχών από τη στρατιωτική τους υποχρέωση.
* Θεσμοθετήθηκε η δυνατότητα αποτέφρωσης των νεκρών με νόμο. Η έκδοση, πάντως, του σχετικού διατάγματος καθυστέρησε - και η σχετική ρύθμιση δεν έχει ακόμη εφαρμοσθεί.
* Καταργήθηκε η εμπλοκή του επιχώριου μητροπολίτη στην αδειοδότηση ναών και ευκτήριων οίκων.
* Απαγορεύθηκε η εξομολόγηση μαθητών μέσα στα σχολεία. Αντίθετα, παραμένει υποχρεωτική η κατηχητική διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών.
* Το κράτος ανέλαβε την ανέγερση μουσουλμανικού τεμένους στην Αθήνα, ιδίαις δαπάναις.
Ενα από τα πλέον ακανθώδη ζητήματα στην υπόθεση του διαχωρισμού κράτους - Εκκλησίας είναι η οικονομική τους εμπλοκή. Ο Γιάννης Κτιστάκις, λέκτορας στη Νομική Σχολή Κομοτηνής, κάνει τον απολογισμό της σύνδεσης Πολιτείας και Εκκλησίας και είναι κατηγορηματικός: «Δεν υπάρχει κανένα "λογιστικό" υπόλοιπο. Δεν χρωστάει η Πολιτεία στην Εκκλησία από το παρελθόν». Η ιεραρχία της Εκκλησίας ισχυρίζεται ότι καλώς οι ιερείς της πληρώνονται από τον δημόσιο κορβανά, αφού αυτό είναι το αντιστάθμισμα της σταδιακής αφαίρεσης μεγάλης ακίνητης εκκλησιαστικής περιουσίας χωρίς αποζημίωση. Ανακριβής ο ισχυρισμός, κατά τον κύριο Κτιστάκι: «Η σύμβαση του 1952 ήταν αμφοτεροβαρής: το κράτος απέκτησε την κυριότητα αγροτεμαχίων και βοσκοτόπων εκτός Αττικής (αξίας 97 δισεκατομ- μυρίων δραχμών) έναντι ίσης αξίας αστικών ακινήτων και μετρητών που απέκτησε η Εκκλησία».
Ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος υποστηρίζει πως «το μεγαλύτερο μέρος της Αθήνας παραχωρήθηκε από την Εκκλησία στο κράτος ή αυτό την άρπαξε με διάφορους τρόπους». Τι απαντάτε σ' αυτό, κύριε Κτιστάκι; «Ούτε τούτο είναι απολύτως ακριβές. Ο Αρχιεπίσκοπος έχει αναφέρει ως παραδείγματα την αμερικανική πρεσβεία και το Νοσοκομείο "Α. Συγγρός". Από έναν δειγματοληπτικό έλεγχο που πραγματοποίησα στο Υποθηκοφυλακείο Αθηνών, προκύπτει ότι η μεν έκταση όπου οικοδομήθηκε η αμερικανική πρεσβεία απαλλοτριώθηκε νομίμως από το Δημόσιο, το δε Νοσοκομείο "Α. Συγγρός" οικοδομήθηκε από τον δωρητή Ανδρέα Συγγρό σε έκταση του Δημοσίου».
Εν τέλει, οφείλουμε ως φορολογούμενοι να πληρώνουμε τους ορθόδοξους ιερείς ή όχι; «Αυτή η πρακτική καθιερώθηκε το 1945, προκειμένου η κεντρική κυβέρνηση να ελέγχει τον κλήρο εν όψει του εμφύλιου πολέμου» θα μας πει ο κύριος Κτιστάκις. «Ο αναγκαστικός νόμος προέβλεπε μεν την κρατική μισθοδοσία, αλλά προέβλεπε, ταυτοχρόνως, και υποχρεωτική είσπραξη του 25% των τακτικών εσόδων των ενοριακών ναών από το Δημόσιο και υποχρεωτική ετήσια εισφορά όλων των ορθόδοξων οικογενειών στην ενορία τους. Με άλλα λόγια, το κράτος έλεγχε τον κλήρο πληρώνοντας τους μισθούς του με τα έσοδα των ναών - που σχηματίζονταν, όμως, από τις υποχρεωτικές εισφορές των πιστών».
Η ιστορία της πρότασης της Ελληνικής Ενωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και του Πολίτη ανατρέχει σε αυτούς τους «ανοιχτούς λογαριασμούς» της Εκκλησίας με την Πολιτεία. Θα μπορούσε κανείς εύλογα να αντιτάξει: μα η πρόταση αυτή κατ' εξοχήν θίγει τα δικαιώματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ελλάδα, εφόσον τη θέτει εν γένει εκτός απυροβλήτου. «Το δικαίωμα της Εκκλησίας να εισπράττει από τα υπάρχοντά της δεν θίγεται. Θίγεται το καθεστώς off shore εταιρείας που έχει» απαντά. «Το καθεστώς των ανθρώπων που επιθυμούν να εκδηλώνουν την πίστη τους δεν θίγεται. Θίγεται το ότι αυτό επιβάλλεται σε άλλους, παρά τη θέλησή τους. Η δυνατότητα της Εκκλησίας να έχει όσους ιερωμένους θέλουν οι μητροπολίτες δεν θίγεται. Θίγεται η αξίωση να πληρώνει ο ελληνικός λαός γι' αυτό. Εν ολίγοις, άλλο προνόμια, άλλο δικαιώματα».

4 σταθμοί στις σχέσεις κράτους - Εκκλησίας
Το ελληνικό κράτος προώθησε το αυτοκέφαλο της Εκκλησίας της Ελλάδος, προκειμένου να αποφύγει τις πολιτικές πιέσεις του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, αλλά και των ομόδοξων Ρώσων. Εκτοτε ακόμη προσπαθεί...
* Από πότε χρονολογείται η σχέση Ορθόδοξης Εκκλησίας και ελληνικού κράτους;
Η σχέση κράτους και Εκκλησίας στοιχειοθετείται νομικά ήδη από τη γέννηση του ελληνικού κράτους. Οι δεσμοί, όμως, ελληνισμού και ορθοδοξίας πηγαίνουν πιο βαθιά και ανιχνεύονται ακόμα και πριν από το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821. Ηδη από το 1770 οι Ρώσοι προτρέπουν τους Ελληνες να πάρουν τα όπλα εναντίον της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, επικαλούμενοι την κοινή ορθόδοξη πίστη τους, υποσχόμενοι ότι θα βοηθήσουν στρατιωτικά την επανάσταση. «Η σύμπλευση της ελληνικότητας με την ορθοδοξία», παρατηρεί η ιστορικός Κ.Ε. Fleming, «όπως αποτυπώνεται ευλαβικά σε νόμο των μέσων του δέκατου ένατου αιώνα, με τον οποίο η ορθοδοξία ορίστηκε ως επίσημη θρησκεία του κράτους, στην πράξη υφίστατο εξαρχής. Ο ελληνικός πόλεμος για την ανεξαρτησία, παρά το γεγονός ότι πολλοί από τους ιδεολογικούς ταγούς του είχαν ως πρότυπο τη Γαλλική Επανάσταση, σε λαϊκό επίπεδο θεωρήθηκε ευρέως ως αγώνας των χριστιανών για απελευθέρωση από το "ζυγό" του ισλάμ».
* Ποια ήταν η πρώτη απόπειρα διαχωρισμού κράτους - Εκκλησίας;
«Ενώ υπό τους Οθωμανούς το Πατριαρχείο εξουσίαζε όλους τους ορθόδοξους χριστιανούς, η νέα αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος, που ιδρύθηκε το 1833, ήταν υπεύθυνη μόνο για τους έλληνες πολίτες και ήταν υποτελής στην κυβέρνηση. Οι νέοι ηγέτες της Ελλάδας ήθελαν να βάλουν ένα τέλος στον κεντρικό ρόλο της Εκκλησίας στα πολιτικά πράγματα και να αποχωριστούν από το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης. Με απόφαση της 4ης Απριλίου 1833 διακόπηκαν οι δεσμοί της Ελληνικής Εκκλησίας με το πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης και αυτή τέθηκε υπό τον έλεγχο του ελληνικού κράτους».
* Τι σήμαινε η απόφαση του 1833 για απόσχιση από το Πατριαρχείο;
«Η εξέλιξη αυτή θεωρήθηκε ως ξεκάθαρη απόδειξη των κινδύνων και της εξαχρείωσης των φιλοδυτικών πεποιθήσεων. Εστελνε μήνυμα και στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, αλλά και στη Ρωσία, πως δεν θα έπρεπε να επικαλούνται την ορθοδοξία ως πρόσχημα για να παρεμβαίνουν στις ελληνικές υποθέσεις. Στο εξής το καθήκον της Εκκλησίας περιοριζόταν στις πνευματικές ανάγκες του έθνους και θα ήταν ένας από τους πολλούς πολιτειακούς θεσμούς. Οι κληρικοί της Ιεράς Συνόδου θα ήταν υπεύθυνοι για τη διοίκηση της Εκκλησίας, για θρησκευτικά και δογματικά ζητήματα, αλλά δεν θα είχαν πολιτική ισχύ. Από την εποχή του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου η Εκκλησία δεν είχε απολέσει τον πολιτικό της ρόλο. Σε όλη τη διάρκειας της οθωμανικής κυριαρχίας ο πατριάρχης, διορισμένος από το σουλτάνο, ήταν ο πολιτικός και ο πνευματικός ηγέτης των ορθοδόξων».
* Ποιοι αντέδρασαν στις πρώτες απόπειρες διαχωρισμού Εκκλησίας - κράτους;
«Για τους ιεράρχες της Ελληνικής Εκκλησίας ο διακανονισμός αυτός ήταν αφόρητος. Η απόφαση δεν άρεσε και στο λαό, αλλά και στους συντηρητικούς πολιτικούς κύκλους, οι οποίοι θεωρούσαν την Εκκλησία ως το προπύργιο εναντίον των εκσυγχρονιστικών επιρροών της δυτικής σκέψης. Οι μοναχοί, ιδιαίτερα, αντιστάθηκαν σκληρά στον εκκλησιαστικό διακανονισμό του 1833 (η κυβέρνηση είχε μειώσει κατά τα δύο τρίτα τον αριθμό των μοναστηριών) και κινούνταν υπέρ των Ρώσων στη μάχη εξουσίας ανάμεσα σε Ρώσους, Βρετανούς και Γάλλους για επιρροή στις ελληνικές υποθέσεις».
Τα στοιχεία είναι από το βιβλίο της Κ.Ε. Fleming «Ιστορία των Ελλήνων Εβραίων», μτφρ. Ν. Γάσπαρης, εκδ. Οδυσσέας.

Η εκκλησιαστική περιουσία
* Δεκάδες χιλιάδες στρέμματα γης, εκατοντάδες οικοδομικά τετράγωνα, μετοχές, αμοιβαία κεφάλαια και καταθέσεις. Κι όμως, υπάρχει στην Ελλάδα μια επιχείρηση που ευημερεί!
* Την ώρα που τουλάχιστον ένας στους τέσσερεις Ελληνες ζει κάτω από το όριο της φτώχειας και εν αναμονή του μεγαλύτερου οικονομικού μπουμ από καταβολής ελληνικού κράτους, η Εκκλησία της Ελλάδας όχι μόνο αντιδρά στη φορολόγησή της, αλλά κατηγορεί το κράτος ως... ληστή. Το σκεπτικό των αρχιερέων είναι απλό: δεν πειράζει που υπάρχουν φτωχοί, θέλουμε τα χρήματα για να τους σώσουμε με φιλανθρωπίες. Αν δεν ήταν τόσο θλιβερό, θα ήταν αστείο.
* Οι έχοντες δύο χιτώνας ρασοφόροι αυτήν τη στιγμή διαχειρίζονται μια περιουσία που εκτιμάται ότι ανέρχεται σε δεκάδες εκατομμύρια ευρώ. Εκτιμάται, διότι ουδείς -ούτε καν η Πολιτεία- μπορεί να γνωρίζει, αφού την αγία περιουσία διαχειρίζονται περί τα 10.000 ΝΠΔΔ (ναοί, μητροπόλεις, προσκυνήματα κ.ά.). Ο πρόεδρος της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Υπηρεσίας Οικονομικών, Μητροπολίτης Ιωαννίνων Θεόκλητος, δήλωσε πως η περιουσία της Εκκλησίας, σύμφωνα με πρόσφατες τραπεζικές εκτιμήσεις, ανέρχεται σε 702.160.000 ευρώ. Ωστόσο, αρκετοί αναλυτές ανεβάζουν το μέγεθός της σε επίπεδα από 2 δισ. έως 15 δισ. ευρώ.
* Το μέγιστο μέρος αυτής της περιουσίας, όπως σημείωνε σε άρθρο του στο «Βήμα» το 1981 ο καθηγητής Γιώργος Κουμάντος, «προέρχεται από δωρεές που έγιναν προς την Εκκλησία κατά την Τουρκοκρατία, για να μην πάρουν τα κτήματα οι κατακτητές. Οι Τούρκοι δεν σέβονταν την περιουσία των Ελλήνων, αλλά σέβονταν την περιουσία της Εκκλησίας. Ετσι, η Εκκλησία εμφανίζεται ως θεματοφύλακας περιουσιών που της δόθηκαν από κατατρεγμένους Ελληνες, για να τις φυλάξει και να τις διασώσει. Ετσι, όμως, η ιδιοκτησία που υπάρχει, κατά τους νομικούς κανόνες βρίσκεται ηθικά υπονομευμένη: τα κτήματα αυτά ανήκουν ουσιαστικά στο εθνικό σύνολο. Θεμελιώνεται, λοιπόν, ηθικά το δικαίωμα της Πολιτείας να αξιώσει την απόδοση αυτών των περιουσιακών στοιχείων που τυπικά είναι "γραμμένα" στο όνομα της Εκκλησίας και των άλλων εκκλησιαστικών νομικών προσώπων. Είναι, συνεπώς, απαράδεκτο αυτά τα ακίνητα να τα διαχειρίζονται σχεδόν σαν ατομική τους περιουσία όσοι καταφέρνουν να ανεβούν σε κάποιο υψηλό αξίωμα, εκκλησιαστικό ή μοναστηριακό».

Εκκλησιαστικής περιουσίας... συνέχεια
* Η Εκκλησία διαθέτει μετοχές, κυρίως της Εθνικής Τράπεζας, της Τράπεζας Πειραιώς και της Τράπεζας της Ελλάδος.
Συγκεκριμένα, το 2007 η Εκκλησιαστική Κεντρική Οικονομική Υπηρεσία (ΕΚΥΟ) από τα δικά της κεφάλαια είχε 5.947.492 μετοχές της Εθνικής Τράπεζας. Το 2008, με την πτώση του Χρηματιστηρίου αύξησε τα κεφάλαιά της, αγόρασε 1.600.000 μετοχές και έφθασε το μερίδιό της στα 7.785.405 μετοχές. Ακόμα, στην Τράπεζα Πειραιώς διαθέτει 391.155 χιλιάδες μετοχές. Και 13.086 της Τράπεζας της Ελλάδος.
* Ενδεικτικά, στην Αττική η Εκκλησία διαθέτει 33.860 στρεμμάτων δάσους, 6.500 στρεμμάτων δασικής έκτασης και 20.570 στρεμμάτων χορτολιβαδικής έκτασης. Οικόπεδο 11 στρεμμάτων στο Κολωνάκι, όπου μελετάται η κατασκευή κατοικιών ή υπόγειου πάρκινγκ. Στη λεωφόρο Αλεξάνδρας οικόπεδο έκτασης τριών στρεμμάτων, όπου σχεδιάζεται υπόγειο πάρκινγκ και κτήριο γραφείων. Στη Βουλιαγμένη η Μονή Πετράκη διαθέτει 200 στρέμματα. Στον Βαρνάβα δωρίστηκαν 130 στρέμματα, στα οποία θα κτιστεί μια σειρά φιλανθρωπικών ιδρυμάτων.
Στην υπόλοιπη Ελλάδα, σε εκκλησιαστικούς οργανισμούς ανήκουν:
* Νομός Αχαΐας: 20.670 στρ. δάσους, 1.680 στρ. δασικής έκτασης και 1.060 στρ. χορτολιβαδικής έκτασης.
* Νομός Ευβοίας: 17.890 στρ. δάσους, 1.670 στρ. δασικής έκτασης και 2.120 στρ. χορτολιβαδικής έκτασης.
* Νομός Κορινθίας: 15.310 στρ. δάσους, 500 στρ. δασικής έκτασης και 20.179 στρ. χορτολιβαδικής έκτασης.
* Νομός Μαγνησίας: 31.460 στρ. δάσους, 5.490 στρ. δασικής έκτασης και 3.340 στρ. χορτολιβαδικής.
* Νομός Τρικάλων: 41.110 στρ. δάσους, 23.850 στρ. δασικής έκτασης και 22.840 στρ. χορτολιβαδικής .
* Νομός Φωκίδας: 9.980 στρ. δάσους, 1.350 στρ. δασικής έκτασης και 1.050 στρ. χορτολιβαδικής.
* Νομός Χαλκιδικής: 86.330 στρέμματα δάσους, 580 στρέμματα δασικής έκτασης και 2.300 στρέμματα χορτολιβαδικής έκτασης, τα οποία είναι στην ιδιοκτησία μονών του Αγίου Ορους και άλλα 8.340 στρέμματα δασικής έκτασης που ανήκουν σε μοναστήρι του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
* Εχει γραφτεί πολλάκις ότι η Εκκλησία διαθέτει 800 κτήρια με γραφεία, καταστήματα, εμπορικά κέντρα, ξενοδοχεία, ακόμα και μισθωμένα βενζινάδικα.
Το διάστημα 1997-2005 η Εκκλησία απαλλάχθηκε από μια σειρά φόρους:
* Με το νόμο 2459/97 απαλλάσσονται από το φόρο μεγάλης ακίνητης περιουσίας για τα ακίνητα που χρησιμοποιούν οι ναοί, οι μονές, καθώς και το Αγιο Ορος.
* Με το νόμο 3220/2004 καταργήθηκε η υποχρέωση της Εκκλησίας να εισφέρει στον κρατικό προϋπολογισμό το 35% των ακαθαρίστων εσόδων της.
* Με το άρθρο 6 του νόμου 3296/2004 καταργήθηκε ο φόρος 10% που επιβαρύνει τα μισθώματα από την εκμίσθωση γαιών και οικοδομών εμπορικού χαρακτήρα της Εκκλησίας και των ναών γενικότερα.
* Με το νόμο 3247/2005 οι φοροαπαλλαγές της εκκλησίας διευρύνθηκαν, καθώς δεν υπόκεινται στο φόρο αυτόματου υπερτιμήματος και στο τέλος συναλλαγής οι ναοί και οι μονές.
Η εκκλησία πρέπει να πληρώσει!Της 50ftqueenie από το ιστολόγιο Attack of the Quasars
Spoiler: Εμφάνιση
Με έναυσμα το πολύ ενδιαφέρον ρεπορτάζ του TV Χωρίς Σύνορα (απομαγνητοφώνηση του οποίου μπορείτε να βρείτε και στον Διαγόρα), αναζήτησα κάποιες βασικές πληροφορίες σχετικά με τη φορολόγηση της Εκκλησίας (or lack thereof).
Επειδή είμαι ολίγον άσχετη, ζήτησα τη βοήθεια του κου. Γ. Τ., πατέρα φίλου, ο οποίος είναι εφοριακός ελεγκτής. Άνθρωπος σοβαρός και ενημερωμένος, μου αράδιασε με εμφανή ενόχληση τις ατελείωτες φοροαπαλλαγές που απολαμβάνει η εκκλησία.
Όπως αναφέρει και ο κος. Μουζάκης (από την Ένωση Φοροτεχνικών Ελλάδος) στο ρεπορτάζ του tvxs:
“Είναι γεγονός ότι οι νόμοι που ισχύουν σήμερα αλλά και προγενέστεροι απαλλάσσουν και απάλλασσαν και στο παρελθόν την Εκκλησία και τις Ιερές Μονές από τους φόρους. Κάθε είδους φόρους. Για παράδειγμα, όταν υπήρχε μέχρι πρότινος ο Φόρος Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας, οι Ιερές Μονές και το Άγιον Όρος απαλλάσσονταν. Φόρος μεταβίβασης, το αυτό. Απαλλαγή σε οποιαδήποτε μεταβίβαση από επαχθή αιτία, Φόρος Αυτομάτου Υπερτιμήματος, που ήρθε με τον τελευταίο νόμο τον 3427. Επίσης, τέλος συναλλαγής σε καμμία περίπτωση δεν πληρώνουν για τις μεταβιβάσεις ακινήτων οι Μονές ούτε το τέλος συναλλαγής ούτε το φόρο αυτομάτου υπερτιμήματος. Για δε τα εισοδήματα που οι Μονές και οι Ιεροί Ναοί έχουν και αφορούν είτε οικοδομές είτε εκμίσθωση γαιών, πλήρης απαλλαγή με το άρθρο 103 του φορολογικού μας νόμου.”
Το Άρθρο 103 του Νόμου 2238/94 αφορά στις απαλλαγές από τον Φόρο Εισοδήματος και στις παραγράφους α) και β) βρίσκει κανείς το κατεβατό απαλλαγών που δίνονται στην Εκκλησία. Το ίδιο βρίσκουμε και στο Άρθρο 25 (Νόμος 2961/2001).
Κοινώς: Ό,τι καλούμαστε να πληρώσουμε εσύ κι εγώ (που δεν μας τρέχουνε κι απ’ τα μπατζάκια), η Εκκλησία δεν τα πληρώνει. Γιατί;
Α. Και να μην ξεχνιόμαστε: καμία Μονή δεν υπέβαλλε το 2005 Ε9 για το Ενιαίο Τέλος Ακινήτων, κάτι που ΟΛΟΙ ανεξαιρέτως έκαναν εκείνη τη χρονιά. Έτσι, δεν μπορούν να υποβάλλουν χαρτιά και στο κτηματολόγιο. Εδώ έχουμε κλασσική περίπτωση ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΝ ΤΙ ΕΧΟΥΝ κυριολεκτικά. Ούτε εμείς ξέρουμε. Ούτε το Κράτος ξέρει. Κανείς δεν ξέρει. Ούτε καν μπορούμε να υποθέσουμε ώστε να κάνουμε σωστόν υπολογισμό για το ΠΟΣΑ υποθετικά θα πλήρωνε η Εκκλησία σε φόρους ΕΑΝ το κράτος τη φορολογούσε νόμιμα.
Δεν φτάνει που η Εκκλησία απαλλάσσεται από όλους αυτούς τους φόρους που αφορούν στην ακίνητη περιουσία, δεν πληρώνουν πια ΟΥΤΕ φόρο εισοδήματος. Σύμφωνα με το Άρθρο 109 του Νόμου 2238/94 για τον υπολογισμό φόρου εισοδήματος, το ποσοστό τους είναι… 0% (το 2004 ήταν 10%, το 2005 ήταν 7%, το 2006 ήταν 4% και ήρθε ο Καραμανλής να μας το κάνει 0% το 2007).
Δεν φτάνει λοιπόν που δεν πληρώνουν φόρους εισοδήματος ΟΥΤΕ ακίνητης περιουσίας… υποχρεωνόμαστε εμεις (ΟΛΟΙ εμείς -μέσω της δικής μας φορολογίας) να πληρώνουμε ΚΑΙ τους μισθούς των κληρικών ΚΑΙ μέρος του Ταμείου Ασφαλίσεώς τους!
Εξηγούμαι: Οι κληρικοί στην Ελλάδα παίρνουν μισθό από το Κράτος. Γιατί σου πέφτει το σαγόνι; Δεν το ήξερες; Από την τσέπη σου πληρώνονται. Σύμφωνα με τον Νόμο 3554/2007, ένας Βοηθός Επισκόπου έχει μισθό €1145. Περισσότερα δηλαδή από έναν Πρωτοδίκη, από έναν καθηγητή ΤΕΙ, από έναν Ιατροδικαστή Δ’ Τάξης, από έναν Δικαστικό Αντιπρόσωπο ή από έναν Επιμελητή του ΕΣΥ. Σίγουρα παίρνει περισσότερα από μένα και σένα. (Συγκρίνετε τα ποσά ΕΔΩ.)
Επίσης: Με Νόμο του 2003 (επί ΠΑΣΟΚ δηλαδήγια να μην ξεχνιόμαστε), το 25% των εισφορών στο ΤΑΚΕ (Ταμείο Ασφαλίσεως Κληρικών Ελλάδος) πληρώνεται από τον Προϋπολογισμό του Κράτους.
Ακόμα: Μην ξεχνάμε πως η Εκκλησία διεκδικεί εκτάσεις του Κράτους ΜΑΣ, βασισμένη σε χρυσόβουλα και φιρμάνια, αλλά και παίρνει νόμιμα όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία. α) των ανθρώπων που γίνονται μοναχοί και, β) ανθρώπων που στεγάζονται σε γηροκομεία που ανήκουν στην εκκλησία.
Ας ανακεφαλαιώσουμε λοιπόν:
1. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας
2. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει Φόρους για Κληροδοτήματα
3. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει Φόρους Δωρεάς
4. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει Φόρους Μεταβίβασης
5. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει Φόρο Εισοδήματος
6. Η Εκκλησία ΔΕΝ υποβάλλει νόμιμο και υποχρεωτικό Ε9
7. Η Εκκλησία ΔΕΝ υποβάλλει το νόμιμο και υποχρεωτικό Κτηματολόγιο
8. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει το συνολικό ποσό των εισφορών για το ταμείο των εργαζομένων της (κληρικών)
9. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει τους μισθούς των εργαζομένων της (κληρικών)
10. Και κηδεύει Δημοσία Δαπάνη τους Αρχιεπισκόπους της (επίσης για να μην ξεχνιόμαστε).
Ωραίες Δέκα Εντολές φτιάξαμε εδώ.
Παράλληλα, πολλούς βλέπουμε να περιφέρονται με BMW και Mercedes, πνιγμένοι από τα χρυσά κρεμαστά, τους σταυρούς και τα λοιπά, και μονίμως έξω από τις εκκλησίες – τσιμεντένια τερατουργήματα βλέπουμε ταμπέλες που ζητούν τη βοήθεια των πιστών για “την ανέγερση της Ιεράς Μονής του Αγίου Φούφουτου” (μα τίποτα δεν τους είναι αρκετό;!).
Δεν μπαίνω καν στην κουβέντα του πώς και γιατί συμφωνούμε και εκχωρούμε την έκταση στην οποία βρίσκεται το Άγιον Όρος στην Εκκλησία. Θα κάνω ξεχωριστό ποστάκι γι’ αυτό.
Κλείνοντας λοιπόν θα θέσω δυό ερωτήματα τα οποία θα απαντήσω ελπίζω μετά από λίγο ακόμα ψάξιμο:
1. Όλα αυτά που διάβασα αναφέρονται στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Σύμφωνα με την Αρχή της Ίσης Μεταχείρησης, θα πρέπει λογικά να υπάρχουν κάποιες έστω απαλλαγές και για τις άλλες Εκκλησίες (βλ. Ευαγγελιστές, Μουσουλμάνοι και λοιπά φρούτα),
2. Ποιά είναι η νόμιμη διαδικασία για να ιδρύσει κάποιος μια Εκκλησία στην Ελλάδα;
Μόλις σας τα απαντήσω αυτά, θα μπούμε στον δρόμο να ιδρύσουμε κι εμείς τη δική μας Εκκλησία (περιμένω προτάσεις ονομασίας). ΤΥΦΛΑ ΝΑ ΄ΧΟΥΝ ΟΙ OFFSHORE!!!!»
Video στο TVXS (ακολουθεί η απομαγνητοφώνηση)
Spoiler: Εμφάνιση
Οι καμπάνες της κρίσης που πλήττει την παγκόσμια οικονομία ακούγονται ήδη και στην Ελλάδα. Στα μέρη μας οι καμπάνες αυτές μπερδεύτηκαν με τις κωδωνοκρουσίες της μονής Βατοπεδίου. Οι αποκαλύψεις για τις δραστηριότητες του μοναχού-μπίζνεσμαν Εφραίμ ήρθαν σε μια περίοδο που η κυβέρνηση έπαιρνε αυστηρά φορολογικά μέτρα, τα οποία πλήττουν κυρίως τα χαμηλά εισοδήματα. Η συζήτηση για τη μοναστηριακή περιουσία ξανάνοιξε μετά από χρόνια, ενώσω οι μοναχοί προσπαθούσαν να αποκρύψουν τις εκτάσεις των μοναστηριών σε όλη την Ελλάδα. Αυτό άλλωστε παραδέχεται και ο ίδιος ο Διοικητής του Αγίου Όρους, Γιώργος Δαλακούρας.

Δαλακούρας: Εκείνο το οποίο είναι βασικό νομίζω είναι το Ε9. Το Ε9 είναι το πρόβλημα το οποίο αντιμετώπισαν και οι μοναχοί, δηλαδή να μην πέσουν σε κουβέντες όλου του κόσμου η περιουσία του Αγίου Όρους. Όμως φυσικά οι Άγιοι Πατέρες χωρίς το Ε9 δεν μπαίνουν στο Κτηματολόγιο, δεν μπορείτε να νοικιάσετε. Ας πούμε ένα κοινό μοναστήρι είναι να έχει μερικά διαμερίσματα, λίγα ή πολλά, τα οποία ενοικιάζει, δεν μπορείτε άμα δεν είστε στο Κτηματολόγιο να πάτε να νοικιάσετε, να πάτε στην εφορία, θα σας πούνε ποιοί είστε εσείς και τι έχετε. Πρέπει να φορολογούνται και πρέπει να βάλουν το Ε9.
Το θέμα των φοροαπαλλαγών και των προνομίων προς την Εκκλησία και τα μοναστήρια έρχεται από πολύ παλιά. Είναι ένα θέμα που αφορά όλες τις κυβερνήσεις οι οποίες εναλλάχθηκαν στην εξουσία τις τελευταίες δεκαετίες.

Μουζάκης: Είναι γεγονός ότι οι νόμοι που ισχύουν σήμερα αλλά και προγενέστεροι απαλλάσσουν και απάλλασσαν και στο παρελθόν την Εκκλησία και τις Ιερές Μονές από τους φόρους. Κάθε είδους φόρους. Για παράδειγμα, όταν υπήρχε μέχρι πρότινος ο Φόρος Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας, οι Ιερές Μονές και το Άγιον Όρος απαλλάσσονταν. Φόρος μεταβίβασης, το αυτό. Απαλλαγή σε οποιαδήποτε μεταβίβαση από επαχθή αιτία.
Φόρος Αυτομάτου Υπερτιμήματος, που ήρθε με τον τελευταίο νόμο τον 3427. Επίσης, τέλος συναλλαγής σε καμμία περίπτωση δεν πληρώνουν για τις μεταβιβάσεις ακινήτων οι Μονές ούτε το τέλος συναλλαγής ούτε το φόρο αυτομάτου υπερτιμήματος. Για δε τα εισοδήματα που οι Μονές και οι Ιεροί Ναοί έχουν και αφορούν είτε οικοδομές είτε εκμίσθωση γαιών, πλήρης απαλλαγή με το άρθρο 103 του φορολογικού μας νόμου.

Κουβέλης: Όταν μεγάλα στρώματα της Ελληνικής κοινωνίας δέχονται δυσβάσταχτα φορολογικά βάρη, είναι απαράδεκτο μια τεράστια περιουσία, η εκκλησιαστική περιουσία ή και η περιουσία των μονών αλλά και του Αγίου Όρους να μη φορολογείται. Θεωρούμε ότι είναι πράξη φορολογικής δικαιοσύνης, είναι πράξη σεβασμού προς τους πολίτες που ζουν δύσκολες οικονομικές στιγμές, να υπάρξει κατάργηση των σχετικών νόμων με τους οποίους φοροαπαλλάσσονται οι περιουσίες της εκκλησίας και των μονών, προκειμένου σύμφωνα με το νόμο να εισφέρουν και αυτοί στην αντιμετώπιση των δαπανών και του προϋπολογισμού του κράτους.

Μουζάκης: Εγώ δεν μπορώ να καταλάβω πως είναι δυνατόν άνθρωποι που ασχολούνται με την θρησκεία, άνθρωποι της εκκλησίας, άνθρωποι που, θεωρούμε όλοι, γιατί έτσι πρέπει να είναι, ότι πονούν το συνάνθρωπο, τον αγκαλιάζουν και τον αγαπούν, έχουν αυτή την αντίληψη περί της φορολογίας στην Ελλάδα. Αυτό είναι ακατανόητο. Δεν μπορεί να δέχονται ο Έλληνας πολίτης, ο μικρομεσαίος, ο μικροσυνταξιούχος, αυτός με τον ελάχιστο μισθό, γιατί, όπως καλά γνωρίζουμε όλοι, ζούμε στη γενιά των 700€, αυτός που παίρνει μια σύνταξη από τον ΟΓΑ ή από το ΙΚΑ 400€, να πρέπει να πληρώσει 1ο/οο φόρο, για παράδειγμα, εδώ στο ΕΤΑΚ που συζητάμε, για την ακίνητή του περιουσία, και αυτοί αρνούνται, για την τεράστια περιουσία την οποία έχουν να πληρώσουν ούτε ένα ευρώ.
Έχετε διερωτηθεί τι θα γινόταν αν όλα αυτά τα χρόνια η Εκκλησία απέδιδε στο κράτος τους φόρους που πληρώνουν και οι απλοί πολίτες; Απευθυνθήκαμε στους ειδικούς και τους ζητήσαμε να κάνουν τους κατά το δυνατόν πιο μετριοπαθείς υπολογισμούς για τα λεφτά που χάνει κάθε χρόνο το κράτος από τις φοροαπαλλαγές αυτές.

Μουζάκης: Σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης η εκκλησιαστική περιουσία φτάνει περίπου τα 1,300,000 στρέμματα. Αν με τους πιο μετριοπαθείς υπολογισμούς πούμε οτι ένα στρέμμα αξίζει 15,000€, μια ευτελής, πολύ μικρή, μηδαμινή τιμή. 1,300,000 με 15,000 το στρέμμα μας κάνει 20δις ευρώ. Μια πολύ πρόχειρη εκτίμηση για την εκκλησιαστική περιουσία. Αν επί αυτής της περιουσίας πούμε οτι έχουμε ένα φόρο περί το 20%, αυτό μας δίνει 4δις ευρώ. 4δις ευρώ φόρους μπορεί το ελληνικό δημόσιο να αποκομίσει άμεσα με τους πιο, τους ελάχιστους δυνατούς υπολογισμούς μιας χρονιάς από τη φορολογία της εκκλησιαστικής περιουσίας. Κι αν πάμε και παραπίσω και κάνουμε το συνειρμό και πούμε οτι αυτά αφορούν φόρους μιας χρονιάς και ανάγουμε τους φόρους αυτούς σε εικοσαετία ή τριακονταετία καταλαβαίνετε για πόσα δισεκατομμύρια ευρώ ή τρισεκατομμύρια δραχμές ομιλούμε.
Κι αν αναρωτιέστε τι σημαίνει τουλάχιστον 4δις ευρώ το χρόνο, κάναμε εμείς τους υπολογισμούς:
4δις είναι τα έσοδα που αναμένει ο κύριος Αλογοσκούφης από την πρόσφατη φορολογική μεταρρύθμιση. Με 4δις θα φτιάχναμε 40 πλήρως εξοπλισμένα επαρχιακά νοσοκομεία, ή 1000 νέα σχολεία κάθε χρόνο. Με 4δις θα μπορούσαν να πληρώνονται κάθε χρόνο 20,000 νοσηλευτές και ιατροί που σήμερα λείπουν από τα νοσοκομεία μας. Αντί όλων αυτών όμως, το κράτος πληρώνει κάθε χρόνο 160 εκατομμύρια ευρώ για τη μισθοδοσία των κληρικών.

Κουβέλης: Εάν υπήρχε αυτή η φορολογία της εκκλησιαστικής περιουσίας και της περιουσίας των μονών θα είχαμε εισροή τεραστίων ποσών, που εάν δεν είχαν αντιμετωπίσει το συνολικό έλλειμμα τουλάχιστον θα είχαν αντιμετωπίσει καίρια ζητήματα εξαιρετικά ευαίσθητων τομέων. Χωρίς κανένας να λαϊκίζει και να απλουστεύει, τα χρήματα αυτά εάν προέκυπταν από τη φορολόγηση της εκκλησιαστικής περιουσίας θα μπορούσαν για παράδειγμα να διατεθούν για την αντιμετώπιση πολλών προβλημάτων που έχουν σχέση, ας φέρω ένα παράδειγμα, με τα σχολικά κτίρια.
Κι όμως, παρά τις απαλλαγές και τα προνόμια, οι ορέξεις της εκκλησίας μεγαλώνουν όλο και περισσότερο. Η Πετρούπολη είναι μια από τις περιοχές της χώρας όπου μεγάλες εκτάσεις, δάση, σπίτια, πλατείες και κοινωφελή κτίρια διεκδικούνται από την εκκλησία. Οι κάτοικοι βρίσκονται ήδη σε αντιδικία με τη μονή Λαμίας προσπαθώντας να προστατεύσουν την περιοχή τους από τους εργολάβους που όπως λένε βρίσκονται πίσω από τις «ιερές» διεκδικήσεις.

Γιάννης Μιχαλόπουλος: Μια πολύ μεγάλη περιοχή, χιλίων περίπου στρεμμάτων, φανταστείτε από το σημείο που βλέπετε να τελειώνει η πόλη μέχρι και ένα χιλιόμετρο πιο κάτω, μια πολύ μεγάλη έκταση, χιλίων περίπου στρεμμάτων, δόθηκε ουσιαστικά στην κυριότητα του ιερού ναού της μονής Λαμίας. Το τεμάχισαν, το έβαλαν στο σχέδιο, το ανοικοδόμησαν, και τώρα επειδή έχουνε τελειώσει αυτά που είχανε κάνει έχει ανοίξει η όρεξή τους και ελαστικοποιούν τα όρια, βρίσκουν τρόπους και ισχυρίζονται οτι δεν ήταν μέχρι εκεί, δεν ήταν 300 στρέμματα που λέγαν στην αρχή, δεν ήταν 1000, δεν ήταν 2000, έχουν γίνει τώρα 7000 στρέμματα. Διεκδικούν, λέει, το μισό βουνό από αυτό που βλέπετε.

Δημήτρης Κρίθαρης: Το κομμάτι εντός σχεδίου το οποίο διεκδικείται από τη μονή και το οποίο είναι το πρώτο επικίνδυνο για να ξεκινήσει να ανοικοδομείται είναι αυτό το κομμάτι, όλο το δάσος που βλέπουμε εδώ πέρα, τα πεύκα αυτά εδώ πέρα, όλη η πλαγιά αυτή εδώ, και συνεχίζει μέχρι πέρα.
Πολλοί από τους κατοίκους της διεκδικούμενης περιοχής αναγκάστηκαν να πληρώσουν χρήματα στην εκκλησία όταν χρειάστηκε να επισκευάσουν το σπίτι τους ή όταν ήθελαν να χτίσουν έναν επιπλέον όροφο.

Κυριάκος Ξενάκης: Υπήρξε σθεναρή αντίσταση των κατοίκων της περιοχής, διότι οι κατοικίες τους και τα οικόπεδά τους σε μια πυκνοδομημένη περιοχή δόθηκαν στην ιερή μονή Λαμίας. Κάποιοι κάτοικοι της περιοχής μας υποχρεώθηκαν να δώσουν διάφορα χρηματικά ποσά με καταθέσεις στον τραπεζικό λογαριασμό της ιεράς μονής Λαμίας. Τα παραστατικά αυτά δόθηκαν στον Εισαγγελέα Εφετών, τον κο Κολιούση, ο οποίος έκανε προκαταρκτική εξέταση για την κακουργηματική απάτη σε βάρος του Δημοσίου.
Δεν μπορούσαν οι άνθρωποι να εκδόσουν οικοδομική άδεια για να αναγείρουν ένα πανωσήκωμα στην ήδη υπάρχουσα οικοδομή τους εάν δεν κατέβαλαν τα χρήματα, με σκοπό να δώσει μια συμβολαιογραφική πράξη η ιερά μονή οτι δεν έχει καμμία αξίωση πάνω στο συγκεκριμένο οικόπεδο.

Δημήτρης Κρίθαρης: Η εκκλησία αυτή τη στιγμή σε όλη την Ελλάδα είναι ο μεγαλύτερος τσιφλικάς. Κι αν θεωρήσουμε οτι η εποχή είναι πολύ ευνοϊκή για αγοραπωλησίες γης, πωλείται η Ελλάδα απ’ άκρη σ’ άκρη και μάλιστα σε μεγάλες εκτάσεις, όχι για στρεμματάκια 1-2-3 στρέμματα, προφανώς θέλει να παίξει με τον τρόπο της και με βάση τις τελευταίες εξελίξεις που έχουμε με τη μονή βατοπαιδίου, θέλει να παίξει σ’αυτό το έδαφος. Ένα real estate ευλογημένο.
Είναι το αποτέλεσμα συγκεκριμένης πίεσης που ασκήθηκε από την εκκλησία και τις μονές στις κυβερνήσεις τόσο του ΠΑΣΟΚ όσο και της Νέας Δημοκρατίας. Πιέσεις οι οποίες είχαν αποτέλεσμα, διότι είναι σαφές, είναι πρόδηλο για όλους οτι οι πελατειακές σχέσεις, η ψηφοθηρία, είναι εκείνη που οδήγησε σε αυτές τις απαράδεκτες για εμάς ρυθμίσεις.
Ιδιαίτερη σημασία για το πως διατηρήθηκαν τα προνόμια αυτά με το πέρασμα των χρόνων έχει το γράμμα που απέστειλαν οι μονές του αγίου όρους, μεταξύ αυτών και το βατοπέδι, στον Αδόλφο Χίτλερ τον Απρίλιο του 1941, μία μόλις μέρα πριν μπουν οι Γερμανοί στην Αθήνα. Στην επιστολή αυτή, οι μοναχοί ζητούν από τον Χίτλερ να πάρει υπό την κηδεμονία του το Άγιο Όρος και να διατηρήσει το προνομιακό καθεστώς το οποίο μέχρι τότε απολάμβανε.
Την διατήρησιν του καθεστώτος τούτου της αυτονόμου μοναχικής πολιτείας, ικανοποιούντος πλήρως άπαντας τους εν Αγίω Όρει ενασκουμένους, ανεξαρτήτως εθνικότητος, Ορθοδόξους μοναχούς και εναρμονιζόμενοι προς τον σκοπόν και την αποστολήν αυτών, παρακαλούμεν και ικετεύομεν θερμώς την Υμετέραν Εξοχότητα όπως αναλάβη υπό την υψηλήν προστασίαν και κηδεμονίαν Αυτής.
Η επιστολή κλείνει με τη διαβεβαίωση των μοναχών οτι θα προσευχηθούν στο θεό να δώσει στον Αδόλφο Χίτλερ υγεία και μακροημέρευση επ’ αγαθώ του ένδοξου Γερμανικού έθνους. Τελικά με το Άγιο Όρος δεν τόλμησε να τα βάλει ούτε ο Χίτλερ.

Μουζάκης: Η εκκλησία έτσι όπως, από αυτή την κουβέντα, την παρουσιάσαμε, έχει μια τεράστια δύναμη. Είναι γεγονός, γιατί όταν μιλάμε για αμύθητη περιουσία κατ’ εμέ, και δεν το λέω εγώ, το λένε τα στοιχεία, ίσως καταλαβαίνουμε και το λόγο που οι κυβερνήσεις, εξ αιτίας της δύναμης που η εκκλησία έχει, δεν την ακουμπούν ή της κάνουν τα χατίρια. Θέλω να πιστεύω οτι αυτό θα αλλάξει.

Re: οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 30 Μαρ 2012 21:41
από AoratiMelani
Σχέσεις κράτους και εκκλησίας στον ευρωπαϊκό χώρο [1]
ΠΗΝΕΛΟΠΗ ΦΟΥΝΤΕΔΑΚΗ Επίκουρη Καθηγήτρια Παντείου Πανεπιστημίου, περιοδικό ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ [ΤΕΥΧΟΣ 4-5/2000]
Spoiler: Εμφάνιση
I. Αντικείμενο και οριοθέτηση
Το ζήτημα των ταυτοτήτων έθεσε, σε στιγμή που μάλλον κανείς δεν είχε προσχεδιάσει, το ζήτημα των σχέσεων κράτους και εκκλησίας κατά τρόπο συνολικό, με ένταση πρωτόγνωρη, λειτουργώντας ως καταλύτης για να εκφρασθούν απόψεις που στο παρελθόν χαρακτηρίζονταν ως αιρετικές, τόσο υπό την κυριολεκτική όσο και υπό τη μεταφορική σημασία της λέξης.
Η ελληνική νομική θεωρία έχει να επιδείξει αρκετές μελέτες για το συγκεκριμένο ζήτημα, συχνά σε συνάρτηση με την κατοχύρωση της θρησκευτικής ελευθερίας[2], οι οποίες πάντως δεν φαίνεται να επηρέασαν τις συζητήσεις επί των προτάσεων αναθεώρησης του Συντάγματος στην προηγούμενη, προτείνουσα την αναθεώρηση, Βουλή.[3] Το θέμα της σχέσης που συνδέει το ελληνικό κράτος με την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδας έχει ένα τεράστιο ιστορικό και νομικό βάρος. Προσεγγίζοντας όμως τη σχέση μεταξύ θρησκείας - εκκλησιών - κρατικής εξουσίας υπό την οπτική ευρωπαϊκών συνταγματικών κειμένων αναδεικνύονται οι διαστάσεις μιας ευρύτερα συγκρουσιακής σχέσης με πλούσιο παρελθόν.[4]
Κοινό χαρακτηριστικό των δύο πόλων του ζεύγματος εκκλησία και κράτος είναι η εξουσία και κοινό πεδίο διεκδίκησης ο δημόσιος χώρος.[5] Από τη στιγμή που ανετράπη η ενότητα εκκλησιαστικής και κρατικής εξουσίας, η αποσύνδεση του κράτους από την εκκλησία σε επίπεδο συνταγματικών προβλέψεων αλλά και στο επίπεδο της εφαρμογής τους στην πράξη δεν υπήρξε ούτε απλή ούτε αναίμακτη• οι λόγοι είναι αρκετοί, με σημαντικότερους τους εξής:
Πρώτος λόγος είναι η εξ ορισμού διαφορετικότητα μεταξύ των δύο. Το κράτος στηρίζεται στη λαϊκή κυριαρχία από την οποία απορρέει η σχετικότητα της αλήθειας, ενώ οι θρησκείες στηρίζονται στην αλήθεια της θείας αποκάλυψης. Παρατηρείται, συνεπώς, αφ' ενός η υιοθέτηση διαφορετικών αξιών από τμήματα της κοινωνίας με τη στήριξη του κράτους, αφ' ετέρου εκδηλώσεις μη σεβασμού της διαφορετικής άποψης με τη στήριξη της εκκλησιαστικής πλευράς. Κλασικά παραδείγματα τέτοιων συγκρούσεων είναι η θεολογική ερμηνεία της εξέλιξης του κόσμου και του ανθρώπινου γένους, και το ζήτημα της άμβλωσης.[6]
Δεύτερος λόγος είναι η διαφορά του σκοπού στη δράση των δύο. Κάθε θρησκεία στοχεύει στη διατήρηση και αύξηση των πιστών της και στην προστασία των δογμάτων της, ενώ το σύγχρονο κράτος έχει σκοπό να διασφαλίζει την ανεμπόδιστη άσκηση της θρησκευτικής ελευθερίας και της ελευθερίας συνείδησης των πολιτών του σε συνδυασμό με την ανοχή, που υπαγορεύεται και από τις νέες δομές των πολυ-πολιτισμικών ευρωπαϊκών κοινωνιών.

II. Εκκλησία και κράτος: σύνδεση και αντιπαλότητα
Η σύνδεση της κοσμικής με την εκκλησιαστική εξουσία προσδιόρισε και τις εννοιολογικές προϋποθέσεις της θρησκευτικής ελευθερίας, που άρχισαν να δημιουργούνται τον 16ο αιώνα, με τη θρησκευτική μεταρρύθμιση.[7] Προς το τέλος του 17ου και στις αρχές του 18ου αιώνα δημιουργήθηκε μια ελίτ φωτισμένων συγγραφέων, λογίων και ευγενών που ανέπτυξε έντονα ορθολογική και αντικληρική σκέψη.[8] Ήδη βέβαια από τον προηγούμενο αιώνα τα γραπτά του Locke με κορυφαίο το "A Letter Concerning Toleration"[9] είχαν ασκήσει ευεργετική επίδραση, κατευνάζοντας τα θρησκευτικά πάθη και επηρεάζοντας τη νομοθεσία, με άμεσο αποτέλεσμα τη σταδιακή εξαφάνιση των δικών και των εκτελέσεων για μαύρη μαγεία και για αιρέσεις.[10] Στις μετεπαναστατικές γενιές της Γαλλίας παρατηρούνται πολλές απόπειρες δημιουργίας μιας αστικής, μη χριστιανικής ηθικής (Ροβεσπιέρος, Saint Simon, Comte), παράλληλα με την ύπαρξη μιας πλειονότητας θεοσεβών αστών, Προτεσταντών, Καθολικών και Εβραίων. Με την ανάπτυξη των μεγάλων πόλεων και των νέων βιομηχανικών οικισμών, παρατηρείται από την πλευρά των ασθενών τάξεων άγνοια και αδιαφορία απέναντι στην οργανωμένη θρησκεία. Οι επίσημες εκκλησίες, προσαρμοσμένες να επιλύουν τα προβλήματα των ανθρώπων της υπαίθρου, δεν κατάφεραν να ανταποκριθούν στις νέες ανάγκες των ανθρώπων των βιομηχανικών πόλεων.[11] Παράλληλα, κατά το τέλος του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα γενική τάση στην επιστήμη ήταν η έντονη στροφή προς τα εγκόσμια, η διατύπωση της θεωρίας για την εξέλιξη των ειδών, η αμφισβήτηση του θείου χαρακτήρα της Βίβλου, η αμφισβήτηση των υπερφυσικών ικανοτήτων όσων συνέγραψαν τα Ευαγγέλια. Την ίδια εποχή ο John Stuart Mill δημοσίευσε το δοκίμιο "On Liberty" με κεφάλαιο αφιερωμένο στην ελευθερία της σκέψης.[12] Όπως φαίνεται από τα συνταγματικά κείμενα της εποχής, η αντιεκκλησιαστική τάση στο κοινωνικό πεδίο αποτέλεσε το εφαλτήριο για την επίθεση που εξαπέλυσαν τα κράτη κατά της περιουσίας και των προνομίων των εκκλησιών και του κλήρου, αναλαμβάνοντας τα ίδια να ασκούν τα καθήκοντα στα πεδία της πρόνοιας, υγείας και εκπαίδευσης, που έως τότε εκτελούσαν κυρίως εκκλησιαστικοί φορείς.
Η επιστροφή στη μαχητική, σχολαστική και συντηρητική θρησκεία είχε διαταξική "συναίνεση": για τους αγρότες και τους εργάτες ήταν η μέθοδος να αντιμετωπίζουν τη θλιβερή καταπιεστική κοινωνία του αστικού φιλελευθερισμού• για τις μεσαίες τάξεις η θρησκεία δικαίωνε την κοινωνική τους υπόσταση, δίνοντας ηθική διάσταση στα κέρδη τους• για τη μοναρχία και την αριστοκρατία ήταν παράγοντας κοινωνικής σταθερότητας, αφού η εκκλησία παρέμενε ο ισχυρότερος στυλοβάτης των συντηρητικών κυβερνήσεων των ευρωπαϊκών κρατών μετά το 1815, ενισχύοντας την αποτροπή ενδεχόμενης επαναστατικής αναταραχής.
Ωστόσο, ο σπόρος της ανεξιθρησκείας είχε ήδη ριζώσει στον ευρωπαϊκό χώρο με αντανάκλαση στα Συντάγματα του 19ου αιώνα, που κινήθηκαν σταδιακά προς την κατοχύρωση της θρησκευτικής ελευθερίας και την εκκοσμίκευση του κράτους.[13]

ΙΙΙ. Το συνταγματικό περίγραμμα των σχέσεων κράτους και εκκλησίας στα ευρωπαϊκά κράτη
Οι μορφές συνύπαρξης κράτους και εκκλησίας στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως καθορίζονται από τα Συντάγματα, μπορούν να ταξινομηθούν ποικιλοτρόπως σε μία κλίμακα από την αγνόηση έως την οργανική σύνδεση των δύο[14], με την εφαρμογή διαφόρων κριτηρίων όπως ο βαθμός εξάρτησης της εκκλησίας από το κράτος, υπό την έννοια της παρέμβασης του κράτους στην εσωτερική οργάνωση και διοίκηση της επίσημης εκκλησίας αλλά και αντιστρόφως της επιρροής της εκκλησίας στην κρατική λειτουργία, η χρηματοδότηση των θρησκευμάτων[15], η συνολικότερη εμπλοκή της εκκλησίας στην πολιτική, οικονομική και κοινωνική ζωή μιας χώρας.

A. Κράτη με επίσημη εκκλησία
Χαρακτηριστικό των κρατών αυτής της κατηγορίας είναι η αναγωγή μίας εκκλησίας ως επίσημης σε συνδυασμό με τον εθνικό της χαρακτήρα. Εδώ υπάγονται η Δανία, η Μεγ. Βρετανία και η Ελλάδα.[16]
Στα σκανδιναβικά κράτη οι εθνικές εκκλησίες προέκυψαν από την απόσπασή τους από τον καθολικισμό χωρίς έντονες συγκρούσεις, εξαιτίας της μικρής επιρροής του Πάπα στις χώρες αυτές. Μετά τις πολύ πρόσφατες συνταγματικές και νομοθετικές μεταβολές στη Σουηδία και στη Φινλανδία[17], μόνη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη σκανδιναβική χερσόνησο με επίσημη εκκλησία απομένει η Δανία, όπου η Ευαγγελική Λουθηρανική Εκκλησία αποτελεί από το 1849 επίσημη εκκλησία[18], ενώ οι σχέσεις της με το κράτος ρυθμίζονται με ειδικό νόμο όπως προβλέπει το Σύνταγμα[19]. Η στενή εξάρτηση μεταξύ των δύο δικαιολογεί την ύπαρξη ιδιαίτερου μέρους του Συντάγματος με τίτλο "State Church"[20] καθώς και ξεχωριστού Υπουργείου για τα εκκλησιαστικά ζητήματα, ενώ ο βασιλιάς ανήκει υποχρεωτικά στο επίσημο δόγμα[21]. Η Αγγλία, αντιθέτως, μόνο μετά από αιματηρές συγκρούσεις απέκτησε, από το 1689, επίσημη εκκλησία - εθνική- την Εκκλησία της Αγγλίας με κεφαλή της τον μονάρχη,[22] αποσπώμενη πλήρως από την Καθολική Εκκλησία, καθεστώς που ισχύει έως σήμερα.[23] Προνόμιο της Αγγλικανικής Εκκλησίας είναι και η παραχώρηση ορισμένων ακαδημαϊκών εδρών σε κληρικούς του επίσημου δόγματος στα Πανεπιστήμια του Oxford, Cambridge, Durham. Πρόσθετο προνόμιο συνιστά η προστασία της Εκκλησίας της Αγγλίας βάσει του νόμου περί βλασφημίας ήδη από το 1676.[24]

Β. Κράτη που ενισχύουν μία εκκλησία
Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται κράτη που βρίσκονται σε ένα μεταβατικό στάδιο είτε προς την αποσύνδεσή τους από την εκκλησία, όπως η Ιρλανδία, είτε προς την επανασύνδεσή τους με την εκκλησία, όπως η Πολωνία. Η Ιρλανδία θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι βρίσκεται σε καθεστώς σχετικού χωρισμού, ωστόσο οι συχνές αναφορές του συνταγματικού κειμένου στον Θεό, οι βαθιές ρίζες της Καθολικής Εκκλησίας σε συνάρτηση με την εθνική συνείδηση, αλλά και η μεγάλη αποδοχή στο κοινωνικό σώμα υποδηλώνουν τις αντιστάσεις προς έναν σταδιακό χωρισμό κράτους - εκκλησίας. Το ιρλανδικό Σύνταγμα, πάντως, δεν προβλέπει επίσημη θρησκεία, διασφαλίζει την ελευθερία της συνείδησης και εμποδίζει το κράτος να θεσπίσει προνόμια υπέρ κάποιας θρησκείας.[25] Ο κλήρος δεν μισθοδοτείται από το κράτος, αλλά η σύνδεση της Καθολικής Εκκλησίας και του κράτους σε ζητήματα εκπαιδευτικής και κοινωνικής πολιτικής είναι εξαιρετικά στενή, ενώ η κοινή νομοθεσία επιβάλλει την αρμονία κράτους και εκκλησίας, προβάλλοντας τις αρχές τις δεύτερης.[26]
Η Πολωνία, σε αντίθεση με την Ιρλανδία, παρουσιάζει έντονο κοινωνικό και πολιτικό ρήγμα στο ζήτημα του καθορισμού των σχέσεων κράτους - εκκλησίας.[27] Με την ασαφή διατύπωση του άρθρου 25 του πολωνικού Συντάγματος του 1997 επιχειρήθηκε ένας πρόσκαιρος συμβιβασμός μεταξύ των δύο αντίθετων τάσεων, εκείνης που επιθυμούσε πλήρη και ρητό διαχωρισμό, και της άλλης που ήθελε την αποδοχή της σύνδεσης κράτους και εκκλησίας με ενεργό πολιτικό ρόλο της Καθολικής Εκκλησίας.[28] Βασικά στοιχεία της συνταγματικής ρύθμισης είναι τα ίσα δικαιώματα μεταξύ των εκκλησιών και των θρησκευμάτων, η αμεροληψία των κρατικών οργάνων στα θρησκευτικά ζητήματα, οι αρχές του σεβασμού της αυτονομίας και της αμοιβαίας ανεξαρτησίας μεταξύ των δύο, καθώς και η συνεργασία για το κοινό καλό. Όσον αφορά τις σχέσεις με την Καθολική Εκκλησία πρόσφατα υπογράφηκε η σύναψη διεθνούς συνθήκης μεταξύ Πολωνίας και Αγίας Έδρας.[29]

Γ. Κράτη με καθεστώς σχετικού χωρισμού από την εκκλησία
Στο σύστημα αυτό οι δύο εξουσίες, πολιτική και εκκλησιαστική, δεν αγνοούνται μεταξύ τους, όπως συμβαίνει στο σύστημα του χωρισμού, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις, κυρίως σε θέματα παιδείας, κοινωνικής πολιτικής και υγείας, συνεργάζονται. Η συνεργασία αυτή αφορά όλα τα θρησκεύματα σε ισότιμη βάση, ενώ η συνεργασία με την Καθολική Εκκλησία παίρνει συχνά τη μορφή του κονκορδάτου.[30] Στην κατηγορία αυτή υπάγονται η Γερμανία, η Αυστρία, η Ιταλία, η Ισπανία, το Λουξεμβούργο, η Σουηδία και η Φινλανδία.
Στη γερμανική συνταγματική τάξη ισχύει η αμοιβαία ανεξαρτησία του κράτους και της εκκλησίας καθώς και η αρχή της ιδεολογικής ουδετερότητας του κράτους: "Κρατική εκκλησία δεν υφίσταται."[31] Κάθε θρησκευτική κοινότητα έχει αυτονομία στη ρύθμιση των εσωτερικών της υποθέσεων και μπορεί να προσλάβει νομική προσωπικότητα, σύμφωνα με τη νομοθεσία περί σωματείων[32]. Αντίστοιχο σύστημα αυτονομίας ισχύει και στην Αυστρία με ρύθμιση που ισχύει από το 1867.[33]
Στην Ιταλία το Σύνταγμα του 1948, στο άρθρο 7, κατοχυρώνει αμοιβαία ανεξαρτησία• ταυτοχρόνως, στο άρθρο 8 θεσπίζεται η ίση μεταχείριση μεταξύ όλων των θρησκευμάτων. Οι σχέσεις μεταξύ του ιταλικού κράτους και της Καθολικής Εκκλησίας πέρασαν σε κατάσταση σύγκρουσης όταν ψηφίστηκε και ετέθη σε ισχύ ο νόμος περί διαζυγίου (1.12.1970). Τον Φεβρουάριο του 1984 με μια νέα συμφωνία με την Αγία Έδρα καταργήθηκε ο καθολικισμός ως επίσημη εκκλησία του ιταλικού κράτους[34], ενώ μεταξύ του 1984 και του 1993 υπογράφηκαν έξι συμφωνίες με άλλες θρησκευτικές κοινότητες, κατ' εφαρμογή του άρθρου 8 παρ.3 του Συντάγματος, που παρέμενε ανενεργό προ του 1984[35].
Στην Ισπανία, λίγο μετά την πτώση του φρανκικού καθεστώτος και πριν την ψήφιση του νέου Συντάγματος του Δεκεμβρίου 1978, συμφωνήθηκε μεταξύ του ισπανικού κράτους και της Αγίας Έδρας η αντικατάσταση του κονκορδάτου του 1953 με ένα σύμφωνο (Ιούλιος 1976) που συμπληρώθηκε με τέσσερα άλλα (Ιανουάριος 1979).[36] Το Σύνταγμα του 1978 (άρθρο 16.3) ορίζει ότι δεν υπάρχει επίσημο θρήσκευμα, ενώ με τον "οργανικό νόμο περί θρησκευτικής ελευθερίας" (Ιούλιος 1980) θεσπίζεται η συνεργασία μεταξύ της κρατικής διοίκησης και διαφόρων θρησκευμάτων, ανάλογη με αυτή που ρυθμίζει τις σχέσεις με την Καθολική Εκκλησία, που ενεργοποιείται μόλις το 1992.
Το ισχύον Σύνταγμα του Λουξεμβούργου του 1868, και μετά την πρόσφατη αναθεώρηση του 1998, δεν ανέτρεψε το κονκορδάτο του 1801 μεταξύ Γαλλίας και Αγίας Έδρας που ρυθμίζει τη σχέση του Λουξεμβούργου με την Καθολική Εκκλησία. Παρά την έντονη επιρροή της Καθολικής Εκκλησίας, το Λουξεμβούργο βαθμιαία υιοθέτησε έναν θρησκευτικό πλουραλισμό, χωρίς να παύσει η ιδιαίτερη κοινωνική και πολιτική δύναμη που διαθέτει η Καθολική Εκκλησία.[37] Οι συνταγματικές διατάξεις των άρθρων 19 και 20 κατοχυρώνουν πλήρως τη θρησκευτική ελευθερία, ενώ οι διατάξεις του άρθρου 22 ρυθμίζουν θέματα σχέσεων κράτους-εκκλησίας, όπου προβλέπεται η δυνατότητα ανάμιξης του κράτους σε οργανωτικά ζητήματα εκκλησιών βάσει συμβάσεων που υπόκεινται σε κύρωση από το Κοινοβούλιο.

Δ. Κράτη με καθεστώς χωρισμού κράτους και εκκλησίας
Στην κατηγορία αυτή ανήκουν πέντε κράτη, η Γαλλία και η Πορτογαλία, που ρητά δηλώνουν στο Σύνταγμά τους τον χωρισμό κράτους και εκκλησίας, καθώς και η Ολλανδία, το Βέλγιο και η Ελβετία, που υιοθετούν επίσης τον χωρισμό του κράτους από την εκκλησία.
Η Γαλλία αποτελεί την κοιτίδα του λαϊκού κράτους[38] και η εχθρική στάση ενός μεγάλου τμήματος της γαλλικής κοινωνίας απέναντι στον κλήρο προσδιόρισε το συνταγματικό πλαίσιο και τη νομοθεσία.[39] Στο προοίμιο του Συντάγματος του 1791 διευκρινίζετο απολύτως, με αρνητικό τρόπο, η απομάκρυνση από το Ancien Régime: "Il n' y a plus ni noblesse, ni pairie, ni distinctions héréditaires, ni distinctions d' ordres, ni régime féodal, ni justices patrimonial - ni vénalité, ni hérédité d' aucun office public... ni aucun privilège, ni exception au droit commun." Στο άρθρο 1 του ισχύοντος γαλλικού Συντάγματος ορίζεται: "Η Γαλλία είναι αβασίλευτη πολιτεία αδιαίρετη, χωρισμένη από την εκκλησία, δημοκρατική και κοινωνική".[40]
Η Πορτογαλία είναι χώρα με παράδοση στην επιρροή της Καθολικής Εκκλησίας, αλλά και σε αντικληρικό κοινωνικό ρεύμα. Το ισχύον Σύνταγμα του 1976 ρητά θεσπίζει τον χωρισμό κράτους και εκκλησίας (άρθρο 41.4), αλλά το κονκορδάτο που είχε υπογραφεί το 1940 παραμένει σε ισχύ, διασφαλίζοντας στην Καθολική Εκκλησία θέση προνομιακή σε σχέση με τα άλλα δόγματα και θρησκεύματα, αφού μεταξύ άλλων της αναγνωρίζεται η νομική προσωπικότητα και η απαλλαγή φορολογίας των ιερέων.[41]
Στην Ολλανδία η αντιπαλότητα μεταξύ καθολικών και προτεσταντών-καλβινιστών αποτέλεσε τη βάση για την αναζήτηση ενός θρησκευτικού πλουραλισμού. Η διαφοροποίηση κράτους και εκκλησίας περιλαμβάνεται στο Σύνταγμα του 1798,[42] το οποίο για πρώτη φορά στην Ευρώπη διακηρύσσει την ισότητα όλων των θρησκευμάτων και τον χωρισμό κράτους και εκκλησιών. Στο ισχύον Σύνταγμα του 1983 κατοχυρώνεται πλήρως η ελευθερία συνείδησης και η θρησκευτική ελευθερία, ενώ παράλληλα θεσπίζεται ένα σύστημα χωρισμού κράτους και εκκλησιών.[43] Το μοντέλο σχέσεων κράτους και εκκλησιών που ισχύει στην Ολλανδία προσομοιάζει προς το λαϊκό κράτος της Γαλλίας.[44]
Το Βέλγιο έχει έντονο καθολικό παρελθόν και ακολούθησε με βραδύτερους ρυθμούς και χωρίς ακραίες εντάσεις το γαλλικό μοντέλο χωρισμού κράτους και εκκλησίας.[45] Σύμφωνα με το ισχύον Σύνταγμα, το βελγικό κράτος είναι ουδέτερο απέναντι σε όλες τις θρησκείες και δεν έχει το δικαίωμα να παρεμβαίνει σε ζητήματα οργάνωσης ή δόγματος οποιουδήποτε θρησκεύματος.[46]

ΙV. Η σύγκριση με την ελληνική επιλογή της "επικρατούσας θρησκείας"
Όπως φαίνεται, η σύνδεση κράτους και εκκλησίας μπορεί να λάβει πολλές μορφές, με διαφορετικές αποχρώσεις από χώρα σε χώρα. Η ιδιαιτερότητα της Ελλάδας δεν εντοπίζεται στο σύστημα της "επικρατούσας θρησκείας" που ορίζει η συνταγματική διάταξη του άρθρου 3[47], αλλά συνδέεται με την έκταση του πλέγματος των διατάξεων που αφορούν τις σχέσεις εκκλησίας και πολιτείας και που ως σύνολο έχουν μοναδικότητα στον ευρωπαϊκό χώρο. Η σύγκριση καταδεικνύει ότι επιμέρους ρυθμίσεις του ελληνικού Συντάγματος υπάρχουν και σε άλλα ευρωπαϊκά Συντάγματα, σε κανένα όμως δεν διαπιστώνεται τόσο έντονο και σε τόσα επίπεδα το στοιχείο της σύνδεσης κράτους και εκκλησίας.[48]
Από την προηγούμενη ανάλυση προκύπτει ότι σε συμβολικό επίπεδο, ο ισχυρότερος δεσμός παρατηρείται στην Αγγλία, όπου ο Βασιλιάς είναι ταυτοχρόνως και η κεφαλή της Αγγλικανικής Εκκλησίας, ο όρκος του έχει θρησκευτικές αναφορές, η δε στέψη είναι θρησκευτική τελετή, όπου o βασιλιάς δέχεται το στέμμα από τον Αρχιεπίσκοπο του Canterbury. Στη Δανία ο βασιλιάς είναι μεν μέλος της επίσημης εκκλησίας, ο όρκος του όμως δίδεται ενώπιον του Συμβουλίου του Κράτους και δεν έχει θρησκευτικό χαρακτήρα.[49] Αναφορά στον "Παντοδύναμο Θεό" συμπεριλαμβάνει ο όρκος του Προέδρου της Ιρλανδίας.[50] Στον όρκο που προβλέπεται από το γερμανικό Σύνταγμα για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όταν αναλαμβάνει τα καθήκοντά του, προστίθεται στο τέλος η φράση: "Είθε να με βοηθήσει ο Θεός".[51] Η ίδια ακριβώς φράση προβλέπεται στο πολωνικό Σύνταγμα ως διακριτική ευχέρεια του Προέδρου της Δημοκρατίας και του πρωθυπουργού[52] να την προσθέσουν στον όρκο τους, στον οποίον πάντως δεν υπάρχει υποχρεωτική θρησκευτική αναφορά. Ο όρκος του Προέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας ενώπιον των νομοθετικών σωμάτων δεν εμπεριέχει θρησκευτικές αναφορές• το ίδιο ισχύει και για τον όρκο του Ιταλού Πρωθυπουργού και της Κυβέρνησης ενώπιον του Πρόεδρου της Δημοκρατίας.[53] Καμία θρησκευτική αναφορά δεν εμπεριέχεται στον όρκο που δίδεται από τον Ισπανό Βασιλέα και τον Διάδοχο[54], αλλά και ο Πρόεδρος της Πορτογαλίας ορκίζεται στην τιμή του.[55] Το βελγικό Σύνταγμα προβλέπει τον όρκο του Βασιλέα, ενώπιον των νομοθετικών σωμάτων, χωρίς θρησκευτικές αναφορές,[56] όπως ακριβώς συμβαίνει και με τον όρκο του Μεγάλου Δούκα και του Διαδόχου του Λουξεμβούργου[57]. Στο ελληνικό Σύνταγμα ο όρκος του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν περιορίζεται σε αναφορά του Θεού αλλά παραπέμπει στην Αγία Τριάδα (άρθρο 33 παρ.2) όπως και ο όρκος των βουλευτών (άρθρο 59 παρ.1), με πρόβλεψη για αλλόθρησκους ή ετερόδοξους (άρθρο 59 παρ.2), όχι όμως για άθρησκους ή άθεους.[58]
Εξετάζοντας τα προοίμια των Συνταγμάτων[59], διαπιστώνουμε ότι μόνο στο ιρλανδικό Σύνταγμα υπάρχει αναφορά στην Αγία Τριάδα. Το προοίμιο του γερμανικού Συντάγματος έχει αναφορά στον Θεό, χωρίς ειδικότερο προσδιορισμό θρησκείας, ακριβώς όπως και στο εξαιρετικά βραχύ προοίμιο του ελβετικού Συντάγματος. Στο προοίμιο του ισπανικού Συντάγματος δεν υπάρχει καμία θρησκευτική αναφορά• το ίδιο συμβαίνει και με το γαλλικό και το πορτογαλικό Σύνταγμα. Το ελληνικό Σύνταγμα δεν διαθέτει προοίμιο, έχει όμως προμετωπίδα: "Εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος".
Όσον αφορά τη χρηματοδότηση των εκκλησιών, στη Δανία μόνο το 11% των εσόδων της προέρχεται από τον κρατικό προϋπολογισμό• το υπόλοιπο προέρχεται από τον εκκλησιαστικό φόρο όσων είναι μέλη της.[60] Στην Αγγλία η οικονομική στήριξη της επίσημης εκκλησίας από το 1977 είναι περιορισμένη σχεδόν αποκλειστικά στη συντήρηση ιστορικών εκκλησιών, ενώ τα ποσά που διαχειρίζεται το English Heritage Grants αφορούν όλα τα θρησκεύματα[61], όπως συμβαίνει και με ορισμένες ευνοϊκές φορολογικές ρυθμίσεις.[62] Στην Ιρλανδία ο κλήρος δεν μισθοδοτείται από το κράτος, αλλά η σύνδεση της Καθολικής Εκκλησίας και του κράτους σε ζητήματα εκπαιδευτικής και κοινωνικής πολιτικής είναι εξαιρετικά στενή. Στη Γερμανία, βάσει της συνταγματικής ρύθμισης για τον "εκκλησιαστικό φόρο"[63] εισπράχθηκαν, το 1992, 8,7 δισεκατομμύρια μάρκα από τους Καθολικούς και 8,5 δισεκατομμύρια μάρκα από τους Προτεστάντες.[64] Στην Ιταλία μετά την ψήφιση σχετικού νόμου το 1985 εφαρμόσθηκε η φορολογία υπέρ της Καθολικής Εκκλησίας αρχικά, υπέρ και των άλλων θρησκευμάτων στη συνέχεια, ανάλογα με την επιλογή-δήλωση του φορολογουμένου.[65] Η Ισπανία ακολούθησε το ιταλικό παράδειγμα επιβάλλοντας και αυτή, από το 1979, σταδιακή επιβολή φόρου υπέρ της Καθολικής Εκκλησίας μόνο στα μέλη της• η εφαρμογή του συστήματος όμως καθυστέρησε πολύ, κι έτσι από το 1988 εφαρμόζεται ένα μικτό σύστημα, ως ενδιάμεσο στάδιο μέχρι την αυτοχρηματοδότηση.[66] Το Σύνταγμα του Λουξεμβούργου ορίζει την υποχρέωση του κράτους να πληρώνει τους μισθούς και τις συντάξεις των κληρικών των αναγνωρισμένων θρησκευμάτων[67]• βάσει αυτού μισθοδοτούνται οι ιερείς του καθολικού δόγματος, του προτεσταντικού δόγματος, του ισραηλιτικού θρησκεύματος και πιο πρόσφατα, από το 1982, της Église Protestante Réformée. Αντίστοιχη ρύθμιση προέβλεπε το άρθρο 181 του βελγικού Συντάγματος, πριν την αναθεώρησή του, επιβάλλοντας την κρατική χρηματοδότηση των θρησκευτικών λειτουργών. Με την τροποποίηση του βελγικού Συντάγματος, το 1993, θεσπίστηκε, με προσθήκη στο άρθρο 181, η ισότητα μεταξύ των θρησκευτικών ενώσεων και των ενώσεων με φιλοσοφικό περιεχόμενο με συνέπεια να χρηματοδοτούνται και οι εκπρόσωποι των δεύτερων.[68] Η συνταγματική υποχρέωση του ολλανδικού κράτους να πληρώνει μισθούς και συντάξεις ιερέων αναγνωρισμένων θρησκειών καταργήθηκε τον Μάιο 1991[69], παρέμεινε μόνο η κρατική χρηματοδότηση ορισμένων πανεπιστημιακών εδρών θεολογίας, ενώ κατά παράδοση όλα τα δόγματα δικαιούνται ραδιοφωνικό και τηλεοπτικό χρόνο στους κρατικούς σταθμούς.[70] Το ελβετικό Σύνταγμα συνδέει τη χρηματοδότηση των εκκλησιών με την προστασία της θρησκευτικής ελευθερίας, ορίζοντας ότι κανείς δεν υποχρεούται να πληρώνει φόρους υπέρ μιας θρησκευτικής κοινότητας στην οποία δεν ανήκει.[71] Στη Γαλλία, η ρητή αναφορά του άρθρου 2 του Συντάγματος στον λαϊκό χαρακτήρα του κράτους συνεπάγεται την απαγόρευση χρηματοδότησης οποιασδήποτε θρησκείας. Στην Πορτογαλία επίσης το κράτος δεν χρηματοδοτεί κανένα θρήσκευμα, ενώ όλα τα ζητήματα που σχετίζονται με την Καθολική Εκκλησία και την περιουσία της ρυθμίζονται από το κονκορδάτο του 1940.
Σύμφωνα με το ελληνικό Σύνταγμα και τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδας, η Εκκλησία είναι αυτοδιοικούμενη• το κράτος όμως παρεμβαίνει σε καίρια ζητήματα διοίκησης και οργάνωσής της, ενώ οι κληρικοί της Ορθόδοξης Εκκλησίας μισθοδοτούνται από το κράτος και το υπαλληλικό προσωπικό της, καθώς και κάθε εκκλησιαστικού ν.π.δ.δ., διέπεται ως προς τις αποδοχές του από τις διατάξεις περί δημοσίων υπαλλήλων.[72] Με δεδομένη την παρουσία θρησκευτικών μειονοτήτων και την εικαζόμενη ύπαρξη άθεων ή άθρησκων Ελλήνων πολιτών, η κρατική χρηματοδότηση της επικρατούσας θρησκείας δημιουργεί συνταγματικές τριβές, στο μέτρο που αυτή η χρηματοδότηση προκύπτει από τη φορολογία όλων των πολιτών ασχέτως θρησκεύματος.
Το στοιχείο της θρησκευτικής ομοιογένειας του ελληνικού πληθυσμού προβάλλεται συχνά ως αιτιολογία για το ισχύον καθεστώς. Παρά την ανυπαρξία επίσημων στοιχείων για τα μέλη των αναγνωρισμένων θρησκειών και τις λοιπές κατηγορίες, σύμφωνα με υπολογισμούς το ποσοστό των ορθοδόξων εγγίζει το 96%[73]• το στοιχείο αυτό όμως δεν είναι μοναδικό στον ευρωπαϊκό χώρο. Στη Δανία εμφανίζεται ποσοστό 88,2% του πληθυσμού να ανήκει στην Ευαγγελική Λουθηρανική Εκκλησία[74], στην Ιρλανδία το 93% του πληθυσμού ανήκει στην Καθολική Εκκλησία. Στην Ιταλία στην Ισπανία και στην Πορτογαλία η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού, άνω του 95%, είναι καθολικοί• στο καθολικό δόγμα, επίσης, ανήκει το 90% περίπου των πολιτών του Λουξεμβούργου[75].
Το πολυσχιδές πλέγμα των σχέσεων κράτους και εκκλησίας στην Ελλάδα συμπληρώνεται με τη διάταξη του άρθρου 16 παρ.2 Συντάγματος 1975/86 που θέτει ως σκοπό της παιδείας και την ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης, αλλά και με τη διάταξη του άρθρου 13 παρ.2 Συντάγματος 1975/86 περί απαγόρευσης του προσηλυτισμού σε συνδυασμό με τη νομοθεσία περί προσηλυτισμού και με πληθώρα άλλων θεμάτων που αφορούν την άσκηση της θρησκευτικής ελευθερίας.[76] Τα παραδοσιακά προνόμια της Ορθόδοξης Εκκλησίας συνδέονται αναπόφευκτα με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι θρησκευτικές μειονότητες τόσο σε επίπεδο νομοθεσίας όσο και σε επίπεδο διοίκησης.[77] Οι αποκλίσεις του ελληνικού Συντάγματος από τη φιλελεύθερη δυτική παράδοση ως προς το ζήτημα της θρησκευτικής ελευθερίας[78] εμφανίζονται, έτσι, να συνέχονται με την εφαρμογή του συγκεκριμένου προτύπου των σχέσεων κράτους και εκκλησίας, αυτού της "επικρατούσας" θρησκείας.

V. Η αποδυνάμωση του θεσμικού ρόλου των "εθνικών εκκλησιών": ο δρόμος προς τη θρησκευτική ανοχή
Πολλοί και διαφορετικοί παράγοντες επενήργησαν σε κάθε χώρα, με κοινό αποτέλεσμα την αποδυνάμωση ή την κατάργηση της εθνικής εκκλησίας. Οι χώρες με καθολική παράδοση όπως η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο, ακολούθησαν σταδιακά το γαλλικό μοντέλο, υιοθετώντας, με διαφορετική ένταση, τη "laicité"[79], ως συστατικό του κράτους δικαίου.[80] Η προνομιακή θέση της Καθολικής Εκκλησίας ανετράπη στην Ισπανία και την Ιταλία κατά τη δεκαετία του 1980. Ενδεικτική της νέας αντίληψης ήταν η εγκύκλιος που εξέδωσε ο Ισπανός υπουργός Παιδείας, στις 11 Ιανουαρίου 1985, υπογραμμίζοντας τον σεβασμό που πρέπει να εκδηλώνεται στις θρησκευτικές εορτές των μαθητών που έχουν θρήσκευμα άλλο από το καθολικό.[81] Το ιταλικό Συνταγματικό Δικαστήριο έκρινε τον Απρίλιο του 1989 ότι υπάρχει έντονη δυσμενής διάκριση για τους μαθητές εκείνους που αρνούνται τη θρησκευτική διδασκαλία αναζητώντας άλλες φιλοσοφικές απόψεις. Η Καθολική Εκκλησία δεν έχει πλέον σε κανένα κράτος της Ευρωπαϊκής Ένωσης τη θέση της επίσημης εκκλησίας.[82]
Η Δανία, η Σουηδία, η Φινλανδία, και εν μέρει η Γερμανία, η Ολλανδία και η Μεγ. Βρετανία χαρακτηρίζονται από μία προτεσταντική παράδοση, με διαφορετική πορεία μεταξύ τους. Έτσι, παρατηρούμε ότι στη Γερμανία ο πληθυσμός είναι σχεδόν χωρισμένος σε δύο δόγματα και η ισορροπία στις σχέσεις κράτους-εκκλησίας εμφανίζεται στο υψηλό ποσοστό αποδοχής των δύο θρησκευτικών ομάδων μεταξύ τους• άλλες θρησκευτικές κοινότητες δεν υπερβαίνουν το 1,6% του γερμανικού πληθυσμού, ενώ περίπου 1.700.000 άτομα αριθμεί η μουσουλμανική κοινότητα και 1.000 τζαμιά λειτουργούν στη Γερμανία[83]. Οι παραδοσιακές εκκλησίες όμως σταδιακά χάνουν τα μέλη τους. Το 1991, μετά την ενοποίηση του γερμανικού κράτους 330.000 προτεστάντες και 190.000 καθολικοί δεν δήλωσαν θρήσκευμα, προκειμένου να αποφύγουν τον ειδικό ("εκκλησιαστικό") φόρο που είχε επιβάλει η κυβέρνηση για τη χρηματοδότηση της ενοποίησης. Η βαθμιαία απομάκρυνση από τις εκκλησίες οδηγεί ένα ποσοστό 50-55% των Ολλανδών να δηλώνει το 1987 "άθρησκοι". Η μείωση των πιστών δημιουργεί τεράστια οικονομικά προβλήματα στην Αγγλικανική Εκκλησία,[84] ενώ η Σουηδία και η Φινλανδία επέλεξαν να καταργήσουν τον χαρακτήρα της εθνικής εκκλησίας, ακολουθώντας τη γενικότερη κοινωνική τάση απομάκρυνσης από την Ευαγγελική Λουθηρανική Εκκλησία.
Η θρησκευτική ανοχή σε συνδυασμό με την προστασία των θρησκευτικών και άλλων μειονοτήτων φαίνεται να διευκολύνεται από αυτή την τάση απομάκρυνσης από τις κυρίαρχες εκκλησίες[85] με συνέπεια τη λήψη νομοθετικών μέτρων δυσάρεστων για τις εκκλησίες, όπως η νομοθεσία περί διαζυγίου στην Ιταλία το 1970, στην Πορτογαλία το 1977, στην Ισπανία το 1981, στην Ιρλανδία το 1995. Ο πολιτικός γάμος είναι ισόκυρος με τον θρησκευτικό στην Αγγλία, Δανία, Ιρλανδία, Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, ενώ στις υπόλοιπες χώρες είναι υποχρεωτικός.[86] Η βλασφημία αποτελεί αδίκημα μόνο στη Γερμανία, στη Μεγ. Βρετανία, στην Ιταλία στην Ιρλανδία και στην Ελλάδα.[87]
Από την ιστορική και νομική εξέλιξη της σχέσης κράτους και εκκλησίας φαίνεται ότι η αποκοπή του κράτους από τη θρησκευτική αγκάλη επιτυγχάνει εκεί όπου η στάση της κοινωνίας απέναντι στην επικρατούσα θρησκεία επιτρέπει στις πολιτικές δυνάμεις να αναμετρηθούν μαζί της. Παράλληλα, η "απο-θρησκειοποίηση" εμφανίζεται να συνδέεται με δύο φαινόμενα. Το πρώτο είναι η διεθνής πίεση για την αναγνώριση των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, συνεπώς και των θρησκευτικών μειονοτήτων. Ένας σημαντικός παράγοντας για την προστασία της θρησκευτικής ελευθερίας, που έχει βαθύτατα επηρεάσει και τις σχέσεις κράτους και εκκλησίας στο εσωτερικό των κρατών, υπήρξε η επιθυμία των ισχυρών κρατών να προστατεύσουν τη θρησκευτική, φυλετική ή πολιτιστική ταυτότητα μειονοτήτων με τις οποίες έχουν συγγένεια και οι οποίες αισθάνονται να απειλούνται στην άσκηση των δικαιωμάτων τους από το κράτος.[88] Το δεύτερο φαινόμενο είναι η είσοδος και εγκατάσταση θρησκευτικών μειονοτήτων, κυρίως μουσουλμάνων αλλά και βουδιστών• εδώ η Ευρώπη αντιμετωπίζει τις αντοχές της ανοχής της απέναντι στο "άλλο".[89] Στο σημείο αυτό παρατηρείται ότι όσο πιο εκκοσμικευμένο είναι ένα κράτος τόσο περισσότερο ευνοεί τη συνύπαρξη διαφορετικών θρησκειών.[90]
Για την Ελλάδα οι παρατηρήσεις αυτές έχουν ιδιαίτερη σημασία στο μέτρο που οι διακρίσεις σε βάρος των μειονοτήτων ως συνάρτηση της προνομιακής θέσης της επικρατούσας θρησκείας δεν περιορίζονται στις συνταγματικά και νομοθετικά προβλεπόμενες αλλά εκτείνονται και σε άτυπες διακρίσεις που επιβάλλονται από τη διοίκηση[91], αλλά και σε πιέσεις προς την πολιτική ηγεσία ως προς τη ματαίωση λήψης αποφάσεων τις οποίες η ίδια η Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρεί δυσμενείς[92]. Η έκταση αυτών των φαινομένων συνδέεται με την ευρύτατη νομιμοποίηση της "επικρατούσας θρησκείας" στο κοινωνικό πεδίο[93], σε συνάρτηση με τη διαπλοκή κομμάτων-κράτους-εκκλησίας από την εποχή της μεταπολίτευσης[94], που δεν εμφανίστηκε σοβαρά να απειλείται προτού τεθεί το ζήτημα της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες.

VΙ. Αντί επιλόγου
Οι διαπιστώσεις για τη θεσμική αποδυνάμωση των χριστιανικών εκκλησιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την αντίστοιχη μείωση των κοινωνικών τους ερεισμάτων δεν σημαίνει απαραιτήτως μείωση των εν γένει θρησκευτικών και μεταφυσικών αναζητήσεων. Τα ευρωπαϊκά κράτη βρίσκονται μπροστά σε νέα φαινόμενα που απαιτούν νέες ρυθμίσεις. Στα κράτη της Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης, μετά την κατάρρευση των αυταρχικών τους καθεστώτων, οι παλαιότερα κυρίαρχες εθνικές εκκλησίες επιδιώκουν την επανεγκατάστασή τους, τον έλεγχο της θρησκευτικής διδασκαλίας, τη συμμετοχή στη νομοθεσία για θέματα οικογενειακού δικαίου, την ποινικοποίηση των αμβλώσεων, την καταπίεση των θρησκευτικών μειονοτήτων.[95] Στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η αναζωπύρωση του θρησκευτικού αισθήματος δεν συνδέεται με τις τέως επίσημες εκκλησίες, αλλά με την ανάπτυξη νέων θρησκευτικών, συχνά φανατικών, κινημάτων και μυστικιστικών τάσεων[96], με συνέπεια να επανατίθεται το πρόβλημα του ορισμού της θρησκείας[97].
Ως τελική παρατήρηση: οι τάσεις που καταγράφονται τόσο σε επίπεδο συνταγματικών και νομοθετικών ρυθμίσεων, όσο και σε επίπεδο κοινωνικής δυναμικής στον ευρωπαϊκό χώρο, εκκινούν αργοπορημένα και στην Ελλάδα• τα φαινόμενα αυτά είναι ενδεχομένως ερμηνεύσιμα με γενικό κριτήριο το ζεύγμα δημόσιο / ιδιωτικό, που προκύπτει από τη σύγκρουση μεταξύ της επιρροής στο δημόσιο πεδίο, που επιδιώκουν οι μεγάλες θρησκείες, και της ιδιωτικής ανάγκης για εξατομικευμένη
παραπομπές του άρθρου
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Εκτενέστερη ανάπτυξη του θέματος, με τίτλο "Religion and Constitutional Culture in Europe", βρίσκεται υπό δημοσίευση στο περιοδικό "Revue Hellénique de Droit International" 1/2000.[1]

2. Βλ. ενδεικτικά Δ. ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ (επιμ.) Νομικά ζητήματα θρησκευτικής ετερότητας στην Ελλάδα, Κέντρο Ερευνών Μειονοτικών Ομάδων, εκδ. Κριτική, Αθήνα 1999, με συμβολές των Γ. ΣΩΤΗΡΕΛΗ, Δ. ΔΗΜΟΥΛΗ, A. POLLIS, Μ. ΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΥ, Γ. ΚΤΙΣΤΑΚΙ και Κ. ΤΣΙΤΣΕΛΙΚΗ· Ι. ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ, Η διαπάλη νομιμότητας και κανονικότητας και η θεμελίωση της εναρμονίσεώς τους, Αντ. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή 1994· SP. TROIANNOS, "Die Beziehungen zwischen Staat und Kirche in Griechenland", "Orthodoxes Forum" 6 (1992), σ.221-231· V. MAKRIDES, "Orthodoxy as a condition sine qua non: religion and state/politics in modern Greece from a sociohistorical perspective", "Ostkirchliche Studien" 40 (1991), σ.281-305· τον συλλογικό τόμο "Σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας", "Δίκαιο και Πολιτική" 15(χ.χ. - 1987;) -με είκοσι μία συμβολές· Α. ΜΑΡΙΝΟΣ, Σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας, Ίδρυμα Ι. & Ε. Γρηγοριάδου, Αθήναι 1984· PH. SPYROPOULOS, Die Beziehungen zwischen Staat und Kirche in Griechenland, Universität Freiburg, 1981· Α. ΜΑΝΕΣΗ/Κ. ΒΑΒΟΥΣΚΟΥ, "Γνωμοδότησις περί των σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας βάσει του νέου Συντάγματος της 11ης Ιουνίου 1975", "ΝοΒ" 23 (1975), σ.1031- 1037· όσον αφορά τις ιστορικές αναγωγές της σχέσης, βλ. ΣΠ. ΤΡΩΙΑΝΟΣ/Χ. ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, Εκκλησία και Πολιτεία. Οι σχέσεις τους κατά τον 19ο αιώνα (1833-1852), Αντ. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή 1999 και CH. A. FRAZEE, The Orthodox Church and Independent Greece, 1821-1852, Cambridge University Press, 1969.[2]

3. Ο επανακαθορισμός των σχέσεων κράτους και εκκλησίας, η ολοκλήρωση της θρησκευτικής ελευθερίας και η κατάργηση του θρησκευτικού χαρακτήρα του όρκου δεν συμπεριελήφθησαν στην τελική πρόταση αναθεώρησης, όπως διαμορφώθηκε μετά από έντονη αντιπαράθεση μεταξύ της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας με τη συναίνεση της μείζονος αντιπολίτευσης, από τη μία, και των δύο κομμάτων της αριστεράς, από την άλλη, βλ. την πρόταση αναθεώρησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ, άρθρο 13 παρ.5, και την εισήγηση του ΕΥ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ, Εισηγητή της Πλειοψηφίας, Πρακτικά των Συνεδριάσεων της Ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος και της Ολομέλειας της Βουλής επί των προτάσεων αναθεώρησης διατάξεων του Συντάγματος, Βουλή των Ελλήνων, Περίοδος Θ΄ - Σύνοδος Β΄, Αθήνα 1998, σ.8 και 140, αντιστοίχως· πρβλ. ενδεικτικά την ομιλία του Υπουργού Δικαιοσύνης, ΕΥ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ, σ. 629 και προς την αντίθετη κατεύθυνση ΑΧ. ΚΑΝΤΑΡΤΖΗ, σ.95 και Φ. ΚΟΥΒΕΛΗ, σ.97-98, αλλά και Ν. ΣΗΦΟΥΝΑΚΗ, σ. 190. Αναλυτικά βλ. Γ. ΣΩΤΗΡΕΛΗ, "Ο χωρισμός Κράτους- Εκκλησίας: Η αναθεώρηση που δεν έγινε", σε: Δ. ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ (επιμ.), ό.π. (σημ.2), σ.19-79, ειδ. σ.41επ. Σύμφωνα, άλλωστε με τον Ι. ΚΟΝΙΔΑΡΗ, Εκκλησιαστικά ΄Ατακτα, Αντ. Σάκκουλας, Αθήνα 1999, σ.306, στις 2.5.1996, ο τότε αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για την αναθεώρηση του Συντάγματος μαζί με τον Υπουργό Δικαιοσύνης και τον Αντιπρόεδρο της Ν.Δ. είχαν επισκεφθεί τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών όπου παρουσία των μελών της Δ.Ι.Σ. τον διαβεβαίωσαν ότι "δεν πρόκειται να γίνει καμία απολύτως μεταβολή στο υπάρχον συνταγματικό καθεστώς σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας".[3]

4. Ενδεικτικά αναφέρουμε: M. HECKEL/W. HEUN (eds.), Klaus Schlaich, Gesammelte Aufsätze, Kirche und Staat von der Reformation bis zum Grundgesetz, Mohr, Tübingen 1997· G. GÜLDNER, Das Toleranz-Problem in den Niederlanden im Ausgang des 16. Jahrhunderts, Lübeck, Hamburg 1968· D. HOLWERDA<> (ed.), Exploring the Tradition of John Calvin, Grand Rapids, 1976· J. JULG, L' Église et les États, Histoire des concordats, Préface de Jean Chélini, Nouvelle Cité, Paris 1990· J.-M. LENIAUD, L' administration des cultes pendant la période concordataire, Paris 1988· S. AHLSTROM, A Religious History of the American People, Garden City, N. York 1975· CH. ANTIEAU/ A. DOWNEY/ E. ROBERTS, Freedom from Federal Establishment: Formation and Early History of the First Amendment Religion Clauses, Milwaukee 1964· H. BERMAN, Law and Revolution: The Formation of Western Legal Tradition, Cambridge 1983· M. HOWE, The Garden and the Wilderness: Religion and Government in American Constitutional History, N. York 1965· H. BOST (ed.), Genèse et enjeux de la laïcité, Labor et Fides, Genève 1990· M. GAUCHET, Le désenchantement du mondε. Une histoire politique de la religion, Gallimard, Paris 1985· H. HASQUIN (dir.), Histoire de la laïcité, principalement en Belgique et en France, Université de Bruxelles, 2η έκδ. 1981· R. RÉMOND, L' anticléricalisme en France. De 1815 à nos jours, Complexe, Bruxelles 1985· D. MARTIN, A General Theory of Secularization, Basil Blackwell, Oxford 1978. Συνολικά για τον ευρωπαϊκό χώρο, μια σύντομη ιστορική προσέγγιση παρέχει ο E. J. HOBSBAWM, Η Εποχή των Επαναστάσεων 1789-1848, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1990 (1962), κυρίως σ.282επ. και 302επ.[4]

5. Ο J. CASANOVA, Public Religions in the Modern World, University Press, Chicago 1994, υπογραμμίζει την εμμονή των εκκλησιών στη διεκδίκηση του δημόσιου πεδίου. Για τις ιστορικές αναγωγές της σχέσης της κρατικής με την εκκλησιαστική εξουσία, βλ. Γ. ΓΚΟΤΣΗ, "Εξουσία και πολιτική εκκλησιολογία στη δυτικοευρωπαϊκή μεσαιωνική πολιτειολογική σκέψη", "Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης" 11 (1998), σ.99-135.[5]

6. Βλ. C. GUSTAFSON/ P. JUVILER (eds.), Religion and Human Rights, Competing Claims? M.E. Sharpe, N. York 1998, σ.12-35· G. GELFAND, "Of Monkey's and Men - An Atheist's Heretical View of the Constitutionality of Teaching the Disproof of a Religion in the Public Schools", "Journal of Law & Education", 16(1987)3, σ.271-338.[6]

7. Βλ. P. LANGERON, Liberté de concience des agents publics et laïcité, Préface de Ch. Debbasch, Economica, Presses Universitaires d' Aix-Marseille, 1986, σ.21· M. HECKEL/W. HEUN (eds.), ό.π. (σημ.4), σ.135επ.· G. GÜLDNER, ό.π. (σημ.4), σ.24 επ.· M. GAUCHET, ό.π, σ.181επ.[7]

8. M. HECKEL/W. HEUN (eds.), ό.π. (σημ.4), σ. 204επ.· R. RÉMOND, ό.π. (σημ.4), σ.2.[8]

9. JOHN LOCKE, "A Letter Concerning Toleration", σε: R. M. HUTCHINS (ed.), Locke, Berkeley, Hume, Great Books of the Western World, τόμ.35, University of Chicago, 1977, σ.1-22.[9]

10. Η συνδρομή του κράτους, υπό την έννοια των νομικών ερεισμάτων για την καταπολέμηση των αιρέσεων κάθε "εχθρού" της επίσημης θρησκείας είναι τεράστια, βλ. ενδεικτικά B. LEVACK, The witch-hunt in early modern Europe, Longman, London-N. York 1987, σ.63-92.[10]

11. E. J. HOBSBAWM, ό.π. (σημ.4), σ.287.[11]

12. JΟHN STUART MILL, "On Liberty", σε: R. M. HUTCHINS (ed.), American State Papers, Τhe Federalists, J.S.Mill, Great Books of the Western World, τόμ. 43, University of Chicago, 1977, σ.267- 323, Chapter 2, σ.274-293.[12]

13. Αναλυτικά για την έννοια της εκκοσμίκευσης και των θεωριών που έχουν διατυπωθεί βλ. Γ. ΓΚΟΤΣΗΣ, Θρησκεία, Νεωτερικότητα και σύγχρονη πολιτισμική ταυτότητα, Αντ. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή 1996· O. TSCHANNEN, Les théories de la sécularisation, Droz, Genève, 1992 και M. GAUCHET, ό.π. (σημ.4). Ο TH. FRANK, "Is Personal Freedom a Western Value?", "American Journal of International Law" 91(1997)4, σ.593-627, ειδ. σ.622, διακρίνει τρία στάδια για την εξέλιξη της θρησκευτικής ανοχής ως αρχής για την κρατική δράση: "First, the churches were regarded as partners in the exercise of temporal power in the community. -At the second stage, government wrests power from the spiritual authorities, restricting them to jurisdiction over purely theological matters, and even then in a position of subordination. -Finally at the third stage, religion becomes an independent contractor, neither supported nor restrained by the state. Instead, either a constitutional or a de facto separation occurs. -At this point, all religions and beliefs, including secular humanism, agnosticism and atheism, are equally tolerated and none are enhanced or disadvantaged." Την εξέλιξη των σχέσεων κράτους και εκκλησίας με αφετηρία την καθιέρωση του χριστιανισμού και υπό την οπτική του αντι-σημιτισμού και της αμερικανικής ιστορίας και νομικής θεωρίας -με παράθεση αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου των Η.Π.Α- αναλύει ο ST. FELDMAN, Please don't wish me a Merry Christmas: A Critical History of the Separation of Church and State, New York University Press, 1977. Υπό την οπτική της θρησκειολογίας, από την αχανή βιβλιογραφία, βλ. Γ. ΠΑΜΠΟΥΚΗ, Στην τροχιά ενός Θεού. Απόπειρα προσέγγισης των πραγματικών γεγονότων στις μονοθεϊστικές θρησκείες, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, Αθήνα 1999.[13]

14. Πολλές μελέτες, κυρίως στο πεδίο της πολιτικής επιστήμης, υιοθετούν τέτοιες ταξινομήσεις· π.χ. ο H. HASQUIN, "L' État et les Églises dans l' Europe communautaire, A propos du financement des cultes", σε: A. DIERKENS (ed.), Pluralisme religieux et laicités dans l' Union Européenne, Université de Bruxelles, 1994, σ.21-44, ειδ.σ.24-29, διακρίνει δύο βασικούς τύπους, με υποδιαιρέσεις του δεύτερου: κράτη a "religion officielle" και κράτη a régime de "séparation" ou de type "séparatiste".[14]

15. Εδώ υπάγονται η μισθοδοσία και η συνταξιοδότηση των εκπροσώπων κάθε θρησκείας, καθώς και οι δαπάνες για τη συντήρηση των λατρευτικών χώρων και των λοιπών εκκλησιαστικών κτιρίων, οι φορολογικές ελαφρύνσεις και κάθε οικονομική ή άλλης μορφής ενίσχυση. Ειδικότερα για το ζήτημα της θρησκευτικής εκπαίδευσης βλ. την εξαντλητική μελέτη του Γ. ΣΩΤΗΡΕΛΗ, Θρησκεία και εκπαίδευση κατά το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση. Από τον κατηχητισμό στην πολυφωνία, Αντ. Σάκκουλας, Αθήνα- Κομοτηνή, 3η έκδ. 1998.[15]

16. Στην κατηγορία αυτή προστίθενται σύμφωνα με τον P. CUMPER, "Religious Liberty in the United Kingdom", σε: J. D. Van Der VYVER / J.WITTE, Jr. (eds.), Religious Human Rights in Global Perspective. Legal Perspectives, Martinus Nijhoff-Kluwer, The Hague κ.ά. 1996, σ.205-241, ειδ. σ.214, υποσ.78, και τα εξής ευρωπαϊκά κράτη εκτός της Ε.Ε.: Ανδόρα, Ισλανδία, Λιχτενστάιν, Μονακό, Νορβηγία, Σαν Μαρίνο. Από την πλευρά της σχέσης που έχει η θέση της εκκλησίας με την προστασία της θρησκευτικής ελευθερίας βάσει της Ε.Σ.Δ.Α., βλ. O. ANDRΥSEK, The position of non-believers in national and international law with special reference to the European Convention on Human Rights, Rijswijk 1989, σ.112-120.[16]

17. Η κατάργηση της Ευαγγελικής Λουθηρανικής Εκκλησίας ως επίσημης εκκλησίας της Σουηδίας επήλθε με νόμο που ισχύει από την 1.1.2000, βλ. TH. FRANK, ό.π. (σημ.13), σ.621. Το νέο φιλανδικό Σύνταγμα ισχύει από 1.3.2000 και ακολουθεί τη σουηδική μεταβολή. Στο νέο Σύνταγμα δεν προβλέπεται χωριστή ενότητα "Religious Communities", αντίστοιχη με αυτή του καταργηθέντος Συντάγματος, πρβλ. και J. SEPPO/B. TH. JUSSI VARKEMAA, "New liberties and church-state relationships in Finland", σε: "New Liberties" and church and state relationships in Europe, Milano 1998, σ.367-387· E. CHRISTENSEN, "Is the Lutheran Church still the State Church?: an Analysis of Church- State Relations in Finland", "Brigham Young University Law Review", 1995, σ.585-601.[17]

18. Από το 1536 έως το 1849 η Ευαγγελική Λουθηρανική Εκκλησία ήταν το μόνο επιτρεπόμενο θρήσκευμα. Σύμφωνα με το ισχύον δανικό Σύνταγμα του 1953, άρθρο (section) 4, "The Evangelical Lutheran Church shall be the Established Church of Denmark, and, as such, it shall be supported by the State". Αναλυτικά για την ερμηνεία της διάταξης βλ. P. GARDE, "Legal Status of Minority Churches and Religious Communities in the Kingdom of Denmark. Liberty without Equality", σε: The Legal Status of Religious Minorities in the Countries of the European Union, Sakkoulas - Giuffrè, Thessaloniki - Milano 1994, σ. 81-114 (ανάτυπο). Βλ. επίσης J. BAUBÉROT, "Le Danemark : une sécularisation sans laïcisation", σε: J. BAUBÉROT (dir.), Religions et laïcité dans l' Europe des Douze, Syros, Paris 1994, σ.41-48, καθώς και J. STENBAEK, "Église et État au Danemark", σε: "Églises et États dans l' Europe des Douze", "Conscience et Liberté" 32 (1986), σ.44επ.[18]

19. ΄Αρθρο (section) 66 του δανικού Συντάγματος του 1953.[19]

20. Τμήμα VII, άρθρα (sections) 66 έως 70 του δανικού Συντάγματος του 1953.[20]

21. ΄Αρθρο (section) 6 του δανικού Συντάγματος του 1953.[21]

22. Όλα τα μέλη της βασιλικής οικογένειας ανήκουν υποχρεωτικά στο επίσημο δόγμα.[22]

23. Βλ. P. CUMPER, ό.π. (σημ.16)· R. ΜARX, Religion et société en Angleterre de la Réforme à nos jours, PUF, Paris 1978· D. M. CLARKE, Church and State. Essays in Political Philosophy, Cork University Press, 1984· H. H. LEONARD, "Église et État en Grande Bretagne", σε: Églises et États dans l' Europe des Douze, <>ό.π. (σημ.18), σ.79επ. Στη Σκωτία επίσημη εκκλησία είναι η Πρεσβυτεριανή, ενώ στην Ουαλία και στη Βόρεια Ιρλανδία δεν αποτελεί επίσημη εκκλησία η Αγγλικανική.[23]

24. Το 1967 το Κοινοβούλιο κατήργησε την Blasphemy Act του 1698, ωστόσο το 1991 η βλασφημία αναγνωρίστηκε ως αδίκημα από το Ανώτατο Δικαστήριο. Ως βλάσφημο χαρακτηρίζεται κάθε κείμενο που αρνείται την αλήθεια της χριστιανικής θρησκείας. Η προστασία αυτή δεν παρέχεται σε άλλα δόγματα ή θρησκείες, με συνέπεια τη δημιουργία ανισότητας μεταξύ αυτών και της επίσημης εκκλησίας. Για τα προβλήματα που δημιουργούνται από τη νομοθεσία περί βλασφημίας βλ. αναλυτικά, P. CUMPER, ό.π. (σημ.16), σ.223-227 και TH. FRANK, ό.π. (σημ.13), σ.609επ.[24]

25. Σύμφωνα με το άρθρο 44.2.2: "The State guarantees not to endow any religion." Δεν παραλείπει βέβαια ο συντακτικός νομοθέτης να καταγράψει σαφέστατα στο ίδιο άρθρο (44.1) τις υποχρεώσεις του κράτους προς τον Θεό: "The State acknowledges that the homage of public worship is due to Almighty God. It shall hold His Name in reverence, and shall respect and honour religion".[25]

26. Βλ. K. BOYLE/ H. DOWNING, "Église et État en Irlande", σε: Églises et États dans l' Europe des Douze, ό.π. (σημ.18), σ.99επ. και FR. CHAMPION, "L' Irlande : le catholicisme au coeur de l' identité nationale", σε: J. BAUBÉROT (dir.), ό.π. (σημ.18), σ.83-86.[26]

27. Βλ. M. GRABOWSKA, "L' Église de Pologne à un tournant", σε: P. MICHEL (dir.), Les Religions à l' Est, Cerf, Paris 1992, σ.109-127.[27]

28. Πρβλ. και W. SADURSKI, "Rights and Freedoms under the New Polish Constitution: Reflections of a Liberal" σε: M. WYRZYKOWSKI (ed.), Constitutional Essays, Institute of Public Affairs, Warsaw 1999, σ.235-255, ειδ.σ.253επ. Ανάλογα προβλήματα παρατηρούνται και σε άλλες χώρες της ανατολικής Ευρώπης, βλ. T. FÖLDESI, "The Main Problems of Religious Freedom in Eastern Europe", σε: J. D. Van der VYVER/ J. WITTE, Jr. (eds.), ό.π. (σημ.16), σ.243-262.[28]

29. Νόμος της 8.1./26.1.1998 και Κονκορδάτο μεταξύ Πολωνίας και Αγίας Έδρας, της 28.7.1993, που υπογράφηκε στο Βατικανό στις 25.3.1995 και ετέθη σε ισχύ στις 25.4.1998, βλ. "Recht in Ost und West" 42 (1998) 6, σ.225-226.[29]

30. See J. JULG, ό.π. (σημ.4)· περιεκτικό ορισμό της έννοιας του κονκορδάτου δίνει ο O. ANDRΥSEK, ό.π. (σημ.16), σ.119επ.[30]

31. ΄Αρθρο 137.1 του Συντάγματος της Βαϊμάρης· βάση του συστήματος είναι το άρθρο 140 του Θεμελιώδους Νόμου, που ενσωματώνει τις διατάξεις των άρθρων 136, 137, 138, 139 και 141 του Συντάγματος της Βαϊμάρης του 1919. Γενικότερα για το καθεστώς των σχέσεων βλ. ενδεικτικά M. HECKEL/ W. HEUN (eds.), ό.π. (σημ.4)· A. Fr. von CAMPENHAUSEN, Staatskirchenrecht, München, 2η έκδ. 1983· M. HECKEL, "The Impact of Religious Rules on Public Life in Germany", σε: J. D. van der VYVER/J. WITTE, Jr. (eds.), ό.π. (σημ.16), σ.191-204. Επίσης FR. MESSNER, "Liberté religieuse, neutralité et coordination entre les États et les Églises: l' exemple de la RFA" Le Supplément, 175 (1990), σ.95-117· J.-M. OUÉDRAOGO, "Églises et États en Allemagne: la difficile laïcisation d' une société sécularisée", σε: J. BAUBÉROT (dir.), ό.π. (σημ.18), σ.15-26.[31]

32. Οι θρησκευτικές κοινότητες που είχαν την ιδιότητα του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου όταν ψηφίστηκε το Σύνταγμα της Βαϊμάρης (1919) την διατηρούν. Η ρύθμιση αυτή αφορούσε την Καθολική και την Προτεσταντική εκκλησία, αλλά ως νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου θεωρούνται και όσες θρησκευτικές κοινότητες πληρούν τις προϋποθέσεις της σχετικής διάταξης (άρθρο 137.5), όταν, δηλαδή, βάσει του οργανισμού και του αριθμού των μελών τους παρέχουν εγγυήσεις διάρκειας.[32]

33. ΄Αρθρο του Βασικού Νόμου του 1867· βλ. και J. JULG, ό.π. (σημ.4), σ.113επ., 207επ., 236επ.[33]

34. Βλ. F. FINOCCHIARO, "Église et État en Italie", σε: Églises et États dans l' Europe des Douze<>, ό.π. (σημ.18), σ.104επ. Η συμφωνία αυτή συμπληρώθηκε τον Νοέμβριο 1984 με ένα πρωτόκολλο για τη ρύθμιση του νομικού καθεστώτος της εκκλησιαστικής περιουσίας και των οικονομικών υποχρεώσεων του ιταλικού κράτους προς την Καθολική Εκκλησία, που κατέστη νόμος του ιταλικού κράτους τον Μάιο 1985, Νόμος 121/ 25.3.1985, βλ. J. JULG, ό.π. (σημ.4), σ.260 και 267επ.[34]

35. Για τις εξελίξεις της δεκαετίας του 1990 στην Ιταλία, βλ. FR. CHAMPION, "L' Italie: le catholicisme, patrimoine national", σε: J. BAUBÉROT (dir.), ό.π. (σημ.19), σ.87-93.[35]

36. Για τις ιστορικές συνθήκες και για το περιεχόμενο της συμφωνίας της 28.7.1976 με το ισπανικό κράτος βλ. J. JULG, ό.π. (σημ.4), σ.255επ., 265επ. Για την πορεία προς την κατάργηση της επίσημης εκκλησίας στην Ισπανία βλ. J. CASANOVA, ό.π. (σημ.5), σ.75-91. Για τις σχέσεις του ισπανικού κράτους με την Καθολική Εκκλησία και τα λοιπά θρησκεύματα πριν τη μεταρρύθμιση του 1992, βλ. D. BASTERRA, "Église et État en Espagne", σε: Églises et États dans l' Europe des Douze,<> ό.π. (σημ.18), σ.56επ. και Ν. ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ-ΣΑΚΚΑ, "Σχέσεις Εκκλησίας και Κράτους. Η περίπτωση της Ισπανίας", "Δίκαιο και Πολιτική" 15(χ.χ.), σ.143-165.[36]

37. Βλ. A. PAULY, "Église et État dans le Grand-Duché de Luxembourg", σε: Eglises et Etats dans l' Europe des Douze, ό.π. (σημ.18), σ.114επ.· Ο ΙΔΙΟΣ, Les Cultes au Luxembourg. Un modèle concordataire, Forum, Luxembourg 1989· FR. MESSNER, "Les évolutions du statut des cultes au Luxembourg", σε: J. BAUBÉROT (dir.), ό.π. (σημ.18), σ.95-103.[37]

38. Μία σύντομη παρουσίαση της γαλλικής θρησκευτικής ιστορίας παρουσιάζει ο X. de MONTCLOS, Histoire religieuse de la France, PUF, Paris 1988.[38]

39. Ήδη από το 1901 δίδεται το δικαίωμα στις ενώσεις με θρησκευτικό και φιλοσοφικό περιεχόμενο να οργανώνονται σύμφωνα με τους δικούς τους κανόνες, βλ. A. BOYER, Le droit des religions en France, PUF, Paris 1993, σ.85επ. Εξαιρετικά σημαντικοί για τη διαμόρφωση των αρχών του λαϊκού κράτους είναι οι νόμοι του 1904 για την απάλειψη του θρησκευτικού χαρακτήρα των κηδειών και του 1905 για τον χωρισμό κράτους και εκκλησίας, βλ. J. BAUBÉROT, "La France, "République laïque"", σε: J. BAUBÉROT (dir.), ό.π. (σημ.18), σ.57-68· P. LANGERON, ό.π. (σημ.7), σ.83επ.· J. BOUSSINESQ, La Laïcité française, Μémento Juridique, Cahiers de la Ligue, Paris 1993· A. BOYER, Le droit des religions en France, PUF, Paris, 1993, σ.141επ.· R. DEBRAY, "La laïcité, une exception française", σε: H. BOST (ed.), ό.π. (σημ.4)· J. ROBERT, "Église et État en France", σε: Églises et États dans l' Europe des Douze,<> ό.π. (σημ.18), σ.65. Το καθεστώς του αυστηρού χωρισμού εκτείνεται σε όλη τη Γαλλία με εξαίρεση τρεις περιοχές της Ανατολικής Γαλλίας [Haut-Rhin, Bas Rhin, Moselle].[39]

40. Bλ. Κ. ΜΑΥΡΙΑ / Α. ΠΑΝΤΕΛΗ, Συνταγματικά Κείμενα, Ελληνικά και Ξένα, Αντ. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή, 3η έκδ. 1996, σ. 566.[40]

41. Βλ. σχετικά E. VANDERMEERSCH, "Le Portugal: le poids d' un passé clérical", σε: J. BAUBÉROT (dir.), ό.π. (σημ.18), σ.117-121, και J. MIRANDA, "Église et État au Portugal" σε: Églises et États dans l' Europe des Douze,<> ό.π. (σημ.18), σ.132επ. Ιδιαίτερο ρόλο για τη σημερινή ρύθμιση έπαιξε η ευνοϊκή μεταχείριση που επιφύλαξε η δικτατορία Σαλαζάρ στην Καθολική Εκκλησία, την οποία αναγόρευσε σε επίσημη με την τροποποίηση των άρθρων 45 και 46 του Συντάγματος του 1951.[41]

42. ΄Αρθρα 19 και 20 του ολλανδικού Συντάγματος του 1798. Συνοπτικά για τη συνταγματική ιστορία της χώρας βλ. R. P. BUSTAMANTE, Les États de l' Union Européenne, L' Europe des Quinze, Université de Paris XII, Faculté du Droit, χ.χ., σ.25-41.[42]

43. ΄Αρθρο 6.1 του ολλανδικού Συντάγματος του 1983.[43]

44. Σύμφωνα με τον J.-P. MARTIN, "Courants religieux et humanisme aux Pays-Bas", σε: J. BAUBÉROT (dir.), ό.π. (σημ.18), σ.105-116, η Ολλανδία εντάσσεται στα κράτη με σύστημα σχετικού χωρισμού κράτους και εκκλησίας, παρότι αποδέχεται ότι ομοιάζει προς το γαλλικό μοντέλο.[44]

45. Αναλυτικά σε H. HASQUIN (dir.), ό.π.(σημ.4)· J. TYSSENS, "L' organisation de la laïcité en Belgique", σε: A. DIERKENS (ed.), ό.π. (σημ.14), σ.55-69· J.-P. MARTIN, "Laïcité française, laïcité belge : regards croisés", σε: A. DIERKENS (ed.), ό.π. (σημ.14), σ.71-83.[45]

46. Βλ. άρθρα 19, 20 και 21 του βελγικού Συντάγματος.[46]

47. Ο όρος "επικρατούσα θρησκεία" είναι λιγότερο δεσμευτικός, π.χ. εν σχέσει προς τον όρο "State Church", στο μέτρο που ο πρώτος ερμηνεύεται ως οιονεί διαπιστωτική διάταξη.[47]

48. Η ένταξη στην πρώτη κατηγορία, των κρατών με επίσημη θρησκεία, δεν έχει κατ' αρχήν την έννοια ότι η θρησκευτική ελευθερία προστατεύεται λιγότερο στα κράτη της πρώτης ή της δεύτερης, σε σχέση με τα κράτη π.χ. της τέταρτης κατηγορίας. Τον βαθμό διασύνδεσης μεταξύ των δύο εξετάζει ο W. C. DURHAM Jr., "Perspectives on Religious Liberty: A Comparative Framework", σε: J. D. Van Der VYVER / J. WITTE, Jr. (eds.), ό.π. (σημ.16), σ.1-44, ειδ.σ.15επ., θέτοντας ως αναγκαίους όρους για τη θρησκευτική ελευθερία: "1.Minimal pluralism, 2.Economic stability, 3.Political legitimacy, 4.Religious respect for rights of those with differing beliefs", στο ίδιο, σ.13επ.· βλ. επίσης W. SADURSKI, Moral Pluralism and Legal Neutrality, Dordrecht, Boston 1990, σ.167. Σημειολογικά, ευρωπαϊκή πρωτοτυπία συνιστά και η ύπαρξη ενιαίου Υπουργείου αρμόδιου για Παιδεία ("Εθνική Παιδεία") και Θρησκεύματα.[48]

49. ΄Αρθρο (section) 8 του δανικού Συντάγματος.[49]

50. ΄Αρθρο 12 παρ.8 του ιρλανδικού Συντάγματος. Αλλά και στο άρθρο 6 ορίζεται ότι "all powers of government, legislative, executive and judicial, derive, under God, from the people, ...".[50]

51. ΄Αρθρο 56 του Θεμελιώδους Νόμου της Βόννης.[51]

52. ΄Αρθρα 130 και 151 του πολωνικού Συντάγματος του 1997.[52]

53. Σύμφωνα με τα άρθρα 91 και 93 του ιταλικού Συντάγματος, αντιστοίχως.[53]

54. ΄Αρθρο 61 του ισπανικού Συντάγματος.[54]

55. ΄Αρθρο 130 του πορτογαλικού Συντάγματος.[55]

56. ΄Αρθρο 91 του βελγικού Συντάγματος. Σύμφωνα με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου του Βελγίου όρκος που θα περιελάμβανε αναφορά στον Θεό θα ήταν άκυρος, βλ. O. ANDRΥSEK, ό.π. (σημ.16), σ.166.[56]

57. Σύμφωνα με τα άρθρα 5 παρ.2 και 8 παρ.2 του Συντάγματος του Λουξεμβούργου.[57]

58. Παρά την πρόταση του Ειδικού Εισηγητή του ΠΑ.ΣΟ.Κ., Φ. ΙΩΑΝΝΙΔΗ, Πρακτικά, ό.π. (σημ.3), σ.101 και σ.481, για γενικότερη "αποδέσμευση του όρκου από το θρησκευτικό του χαρακτήρα" και του Εισηγητή της Πλειοψηφίας, ΕΥ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ για την "κατάργηση του θρησκευτικού χαρακτήρα του όρκου", Πρακτικά, ό.π. (σημ.3), σ.140, καθώς και τη συμφωνία του Π. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΥ, Πρακτικά, ό.π. (σημ.3), σ.113, κάτι τέτοιο δεν έγινε τελικώς δεκτό από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, ΕΥ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟ, Πρακτικά, ό.π. (σημ.3), σ.720: "Επειδή διατυπώθηκε κάποια άποψη ότι ξέρετε να τον καταργήσουμε ή να μην τον καταργήσουμε εγώ είπα, ότι δεν καταργείται ο θρησκευτικός όρκος". Ειδικά για τα άρθρα 33 παρ.2 και 59 παρ.1 και 2, αυτά δεν περιελήφθησαν στην εισήγηση της Επιτροπής προς την Ολομέλεια της Βουλής, πρβλ. Πρακτικά, ό.π. (σημ.3), σ.523 και 525, και την πρόταση του Ν. ΣΗΦΟΥΝΑΚΗ, Πρακτικά, ό.π. (σημ.3), σ.190, για "τον τρόπο απεμπλοκής και ανάμειξης της Εκκλησίας στη διαδικασία εγκατάστασης διαφόρων πολιτικών εξουσιών, Προέδρου της Κυβέρνησης, της Κυβέρνησης ολόκληρης, της Βουλής" και του ΑΧ. ΚΑΝΤΑΡΤΖΗ, Πρακτικά, ό.π. (σημ.3), σ.742. Τις αντίστοιχες των άρθρων 33 και 59 του Σ.1975/86 πλήρεις διατάξεις των παλαιότερων ελληνικών Συνταγμάτων παραθέτει η Ν. ΚΑΛΤΣΟΓΙΑ - ΤΟΥΡΝΑΒΙΤΗ, Το Σύνταγμα του 1975/1986. Αντιστοιχίες - Συγγένειες - Αποκλίσεις από το Σύνταγμα του 1822 μέχρι το Σύνταγμα του 1975, Αντ. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή 1999, σ. 130επ., σ.221επ.[58]

59. Για την κανονιστική και συμβολική σημασία των προοιμίων αλλά και για την ειδική "γλώσσα" που τα χαρακτηρίζει, βλ. P. HÄBERLE, "Präambeln im Text und Kontext von Verfassungen", σε: J. LISTL/H. SCHAMBECK (Hrsg.), Demokratie in Anfechtung und Bewährung, Festschrift für J. Broermann, Duncker & Humblot, Berlin 1982, σ.211- 249.[59]

60. Σχετικό είναι το άρθρο (section) 68 του δανικού Συντάγματος και ο νόμος 352/1991· βλ. και H. HASQUIN, "L' État et les Églises dans l' Europe communautaire, à propos du financement des cultes" σε: A. DIERKENS (ed.), ό.π. (σημ.14), σ.21-44, Annexe, σ.42-44.[60]

61. Βλ. D. McCLEAN, "State financial support for the Church: the United Kingdom", σε: Church and State in Europe, State Financial Support, Religion and the School, Ρroceedings of the meeting Milan-Parma, October 20-21, 1989, Dott. A. Giuffre Editore, S.p.A. Milan 1992, σ.77-84, ειδ. σ.77.[61]

62. Η παροχή αυτών των φορολογικών και άλλων οικονομικών προνομίων μόνο σε θρησκευτικές οργανώσεις έχει δημιουργήσει έντονη αντίδραση, στο μέτρο που θρησκευτικές οργανώσεις με ελάχιστη απήχηση έχουν ευνοϊκή μεταχείριση, την οποία αντιστοίχως στερούνται ανθρωπιστικές και άλλες μη θρησκευτικές οργανώσεις όπως η Διεθνής Αμνηστία, πρβλ. σχετικά P. CUMPER, ό.π. (σημ.16), σ.223.[62]

63. Σύμφωνα με το ισχύον και σήμερα άρθρο 137.6 του Συντάγματος της Βαϊμάρης του 1919· βλ. K. VOGEL, "Der Finanz- und Steuerstaat", σε: J. ISENSEE/P. KIRCHHOF (Hrsg.) Handbuch des Staatsrechts, Band I, C.F. Müller, Heidelberg 1987, σ.1151- 1186· A. HOLLERBACH, "Finances and assets of the churches, Survey on the legal situation in the Federal Republic of Germany", σε: Church and State in Europe, State Financial Support, Religion and the school, ό.π. (σημ.61), σ.57-76 και τη βιβλιογραφία στην οποία παραπέμπει, σ.76.[63]

64. Σύμφωνα με τον J.-M. OUÉDRAOGO, ό.π. (σημ.31), σ.15-26.[64]

65. Η Ένωση Ισραηλιτικών Κοινοτήτων και οι Βαπτιστές επέλεξαν να μείνουν εκτός του συστήματος αυτού, θεωρώντας ότι πλήττει την αυτονομία τους. Για την κρατική οικονομική ενίσχυση των εκκλησιών βλ. P. MONETA, "Le financement public des Églises en Italie", σε: Church and State in Europe, State Financial Support, Religion and the school, ό.π. (σημ.61), σ.41-56.[65]

66. Βλ. I. M. SANCHEZ, "The financing of religious confessions in Spanish Law", σε: Church and State in Europe, State Financial Support, Religion and the school, ό.π. (σημ.61), σ.19-40. [66]

67. ΄Αρθρο 106 του Συντάγματος του Λουξεμβούργου.

Σχετικά κείμενα: Η Αναθεώρηση του Συντάγματος

Re: οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 04 Απρ 2012 19:06
από AoratiMelani
Βάζω εδώ ένα λινκ προς άρθρο της ΟΟΔΕ επειδή θέλω να το διαβάσω κάποια στιγμή, αλλα και για λόγους πληρότητας.

Η Εκκλησιαστική περιουσία και οι υποχρεώσεις του κράτους

Re: οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 25 Ιούλ 2012 17:50
από apeleytheros
Παραθέτω αυτό το link (με κάθε επιφύλαξη) σχετικά με τις ιδιοκτησίες διαφόρων μονών

http://news.sporeas.com/?p=6633
Αναδημοσίευση από τό "ΤΟ ΒΗΜΑ" 21/09/2008

Re: οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 15 Αύγ 2012 21:33
από επικουρειος
Μιλαμε για παρα πολυ χρημα μηπως?

Re: οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 21 Αύγ 2012 20:35
από Comte de Toulouse
Κόβονται οι πιστώσεις στις ΜΚΟ...

...ΠΛΗΝ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ !!!

Γαμώ τα βύσματα οι φαρισαίοι, με γειά μας!

Re: οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 23 Αύγ 2012 18:45
από AoratiMelani
Δεν μου λες, Κόμητα, πώς προκύπτει ότι εξαιρούνται οι εκκλησιαστικές;
Βλέπω ότι το λέει το άρθρο, αλλά στην επιστολή του Υπουργού δεν γίνεται κάποια μνεία. Λέει απλώς
παρακαλούμε για την άμεση δέσμευση υπολοίπων εκ των εγγεγραμμένων πιστώσεων που σχετίζονται με επιχορηγήσεις προς ΜΚΟ και σωματεία (από την κατηγορία δαπανών «2000-πληρωμές μεταβιβαστικές»)
Πώς ξέρουμε ότι οι ΜΚΟ της εκκλησίας δεν συμπεριλαμβάνονται σε αυτό;
Χρηματοδοτούνται από άλλη κατηγορία δαπανών; Κι αν ναι, πώς το ξέρουμε;

Ρωτώ γιατί θέλω να κάνουμε κάποια κίνηση ως Ένωση, και πρέπει να έχουμε σωστή τεκμηρίωση.

Re: οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 23 Αύγ 2012 19:20
από Comte de Toulouse
Δεν ξέρω λεπτομέρειες. μετέφερα απλώς ό,τι διάβασα στην επικαιρότητα. :confusion-shrug:

Re: οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 24 Αύγ 2012 10:37
από petsoukos
Γμτ... πάνω που σκέφτηκα να ξεκινήσω ΜΚΟ (Μπίζνες Καλά Οργανωμένες)

Re: οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 23 Σεπ 2012 17:00
από csar
AoratiMelani έγραψε: Εκτεταμένη φοροδιαφυγή και διπλά βιβλία
[...]
Το γεγονός αυτό τεκμηριώνεται από την υπ' αριθμ. 190/20-4-04 απόφαση του Μητροπολίτη Καλαβρύτων, η οποία έχει δημοσιευθεί στο φύλλο της εφημερίδας της Κυβέρνησης (ΦΕΚ 588/20-4-04) και με την οποία αναγνωρίζεται η φοροδιαφυγή και γίνονται οι εξής συστάσεις προς τα ιερατικά συμβούλια των ναών: " Στο πρακτικό καταμετρήσεως των εισπράξεων αναγράφεται μεν το σύνολο των εισπράξεων, αλλά την ίδια στιγμή το συνολικό χρηματικό ποσό διαχωρίζεται σε δύο κατηγορίες: ποσοστό 10% ως "τακτικά" έσοδα και ποσοστό 90% ως έσοδο "εκ δωρεών". Το μυστικό αυτής της μεθόδευσης ήταν το εξής: οι εισφορές δεν καταβάλλονται επί των δωρεών, αλλά επί των "τακτικών" εσόδων, δηλαδή επί του 10% και όχι επί του συνόλου.
Στη συνέχεια δίνεται η εντολή: "Τα πάσης φύσεως ανεπίσημα δεύτερα και μυστικά λογιστικά βιβλία καταργούνται οριστικά και αμετάκλητα".
Ομολογείται, δηλαδή, η ανάπτυξη ενός ολόκληρου συστήματος για την παραπλάνηση των αρχών, όπως ομολογείται και η τήρηση "μυστικών" (από ποιους;) λογιστικών βιβλίων.
Στην απόφαση αυτή, ο Μητροπολίτης, αναφερόμενος στο Ν.3220/04, άρθ. 15, γκρινιάζει επειδή (οι υπογραμμίσεις είναι δικές μου):
"... ναι μεν καταργήθηκε η φορολογία 35% επί των πάσης φύσεως τακτικών εσόδων του Ναού υπέρ του Ελλ. Δημοσίου, παραμένουν όμως οι επιβαρύνσεις υπέρ του ΤΑΚΕ (7%) και της Αποστολικής Διακονίας (3%), οι οποίες επίσης υπολογίζονται επί των τακτικών εσόδων του Ναού".
Άραγε ποιος έπρεπε να δίνει εισφορές για το ΤΑΚΕ (Ταμείο Ασφαλίσεως Κληρικών Ελλάδος) και την Αποστολική Διακονία;

Επίσης με το δικό του ορισμό του τι είναι "τακτικά έσοδα" καταφέρνει να κάνει αυτές τις εισφορές από 7% και 3% σε 0.7% και 0.3% αντίστοιχα, αφού θεωρεί ως τακτικά έσοδα μόνον το 10% των εσόδων του Ναού (Κεφ. 1, παρ. 3d):
"Η απόδοση οφειλών τόσο προς το ΤΑΚΕ όσο και προς την Αποστολική Διακονία εφ εξής θα υπολογίζεται επί τη βάσει των "τακτικών" εσόδων."

Στην πραγματικότητα το ποσοστό αυτό είναι κατά πολύ μικρότερο αφού (Κεφ. 1, παρ. 3c):
"Προκειμένου περί των εσόδων εκ της περιαγωγής Δίσκου υπέρ του Ναού και εκ της τελέσεως Ιεροπραξιών, το σύνολο των εισπράξεων τούτων θα το υπολογίζετε ως δωρεά..."
Με άλλα λόγια μόνον το 10% των εσόδων από το Παγκάρι θεωρείται τακτικό έσοδο. Όλα τα υπόλοιπα έσοδα είναι δωρεές.

Το πιο ενδιαφέρον όμως είναι το εξής (Κεφ. 1, παρ. 3e):
"Αντιλαμβάνεσθε τους λόγους, ένεκα των οποίων οι προς την Ιεράν Μητρόπολιν οικονομικές υποχρεώσεις θα υπολογίζονται επί τη βάσει του συνόλου των πραγματικών εισπράξεων (ποσοστόν 100%), συμπεριλαμβανομένων δηλ. και των υπό την ένδειξη "ποσοστό 90% έσοδο εκ δωρεών" μεγεθών."
Προσωπικά αυτό που αντιλαμβάνομαι είναι ότι ο Μητροπολίτης λέει στους ιερείς των Ναών της Μητρόπολης τους κλείνοντάς τους το μάτι:
" 1. Τα ποσοστά μου δεν μπορείτε να τα ακουμπήσετε.
2. Καταλαβαίνω ότι θέλετε να αυξήσετε τα δικά σας έσοδα.
3. Για να μην γκρινιάζετε, λοιπόν, υπολογίστε τις εισφορές του ΤΑΚΕ και της Αποστολικής Διακονίας στο 10% των εσόδων του Παγκαρίου και όχι στο 100% των εσόδων του Ναού."

Όλοι χαρούμενοι.

Χρήστος Σαραγιώτης

Re: οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 22 Νοέμ 2012 13:06
από tasos_didymoteicho
Αριθμός: 1167
Τύπος: Αναφορές
Συνοδος / Περίοδος: Α' ΙΕ΄ ΠΕΡΙΟΔΟΣ (ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΜΕΝΗΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ)
Θέμα: το οποίο αναφέρεται στην πρόταση της Ιεράς Συνόδου του Αγίου Όρους να μην φορολογηθεί.
Κόμμα: ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ
Ημερομηνία: 02/11/2012
Ημ. Τελευταίας Τροποποίησης: 21/11/2012 [ενημερώθηκε]
Καταθέτοντες: Νικολόπουλος Ιωάννου Νικόλαος
Υπουργεία: 1. Εξωτερικών, 2. Οικονομικών

csar έγραψε:Περίληψη αναφοράς:
Ζητά ενημέρωση σχετικά με επίσκεψη της Ιεράς Κοινότητας του Αγίου Όρους στο Υπ. Εξωτερικών κατά την οποία δήλωσαν (και όχι πρότειναν) ότι δεν δέχονται καμία φορολογία (πηγή: εφημερίδα «Παρόν» 14-10-2012).

Περίληψη απάντησης:
1. Κωνσταντίνος Τσιάρας (Υφυπουργός Εξωτερικών): Για την τροποποίηση του ειδικού φορολογικού καθεστώτος του Αγίου Όρους το Υπ. Οικονομικών έχει ζητήσει την υποβολή πρότασης από την Αντιπροσωπεία της Ιεράς Κοινότητας, η οποία συζητείται στο πλαίσιο διακομματικής επιτροπής για το Φορολογικό από τις 10-10-2010. Οι διαβουλεύσεις συνεχίζονται (σε θετικό κλίμα).
Σχετικές διατάξεις:
α. Σύνταγμα, Άρθρο 105
β. Νομοθετικό Διάταγμα 10-09-1926 «Καταστατικός χάρτης Αγίου Όρους», Άρθρα 2, 167, 168, 170, 182
γ. Νόμος 3842/2010 «Αποκατάσταση φορολογικής δικαιοσύνης, αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και άλλες διατάξεις
Εκκρεμεί η απάντηση του Υπουργείου Οικονομικών.

Re: οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 26 Δεκ 2012 01:19
από Sotdim
Καμία φορολόγηση στην εκκλησία!
ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΕΥΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΝΟΜΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΩΡΑ!

Αυτό πρέπει να απαιτήσουν οι Έλληνες, οι φορολογήσεις και οι διαχωρισμοί είναι άλλα λόγια να αγαπιόμαστε!
Υπενθυμίζω εδώ ότι το σύνολο της εκκλησιαστικής περιουσίας προέρχεται απ' τις δημεύσεις των πρώτων χριστιανικών χρόνων που έλαβαν χώρα, όπου εκτός απ' την θανατική ποινή που επιβαλλόταν σε όσους εθνικούς αρνούνταν να συμμορφωθούν προς τις τρομοκρατικές υποδείξεις και τα θεοδοσιανά διατάγματα, και έμεναν πιστοί στα πατρώα, το κράτος κατήσχε τις περιουσίες τους (κυρίως ακίνητη περιουσία, χρυσό κλπ.) υπέρ του φρεσκο-ιδρυθέντος τότε εκκλησιαστικού μορφώματος. Δραστηριότητα που συνεχίστηκε καθόλη την διάρκεια της βυζαντινής πανούκλας, διατηρήθηκε επί τουρκοκρατίας, όπου μέχρι και σήμερα και ακόμα από παράνομες δωρεές (όπως αποδεικνύουν περίτρανα τα παραπάνω posts) αυτή η περιουσία που αποκτήθηκε παρανόμως και με το σπαθί έχει γιγαντωθεί.
Βέβαια εδώ που τα λέμε, λογικό να μην θέλουν να φορολογηθεί η εκκλ. περιουσία,
ΑΦΟΥ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΝ ΤΙ ΕΧΟΥΝ!

> Η ολοκληρωτική δήμευση της παράνομης εκκλησιαστικής περιουσίας καθώς και των προσωπικών στοιχείων όποιων υψηλόβαθμων παπάδων που εμπλέκονται σε χρηματισμούς, σκάνδαλα, offshore κλπ. θα μπορούσε κάλλιστα να γίνει εις το όνομα του οικονομικού πατριωτισμού των ελλήνων, αντί να λαμβάνονται συνεχώς αντιλαϊκά φορομπηχτικά μέτρα, με ένα έκτακτο προεδρικό διάταγμα ή έστω σε μια πράξη νομοθετικού περιεχομένου όπου θα περνάει στα ψιλά γράμματα - έτσι κι αλλιώς δεν θα το πάρουνε χαμπάρι οι βουλευτές αφού δεν τα διαβάζουν αυτά που ψηφίζουν.
Δήμευση της παράνομης εκκλησιαστικής περιουσίας ΤΩΡΑ.

Re: οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 29 Ιαν 2013 10:00
από tasos_didymoteicho

Re: οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 09 Φεβ 2013 12:19
από HELLADISTAN
http://www.romfea.gr/ekklisies/ekklisia ... 4-21-14-22
"Ότι επιβαρύνει τον ελληνικό λαό και συγκεκριμένα τις ευπαθείς ομάδες, είναι πάρα πολύ κακό! Κάνω έκκλησή και λέω φτάνει πια δεν αντέχουμε άλλο"
Θεικη υποκρισια!

:facepalm:

Re: οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 08 Μάιος 2013 08:19
από truleysi
Δεν είναι το πλέον κατάλληλο νήμα, αλλά δεν βρήκα με μια πρόχειρη αναζήτηση σχετικό και είπα να μην ανοίξω νέο.

Με… το εκκαθαριστικό της εφορίας για ένα πιάτο φαϊ!

Ούτε ένα, ούτε δύο αλλά 7 δικαιολογητικά χρειάστηκε να προσκομίσει αναγνώστρια του enikos.gr απ΄την Θεσσαλονίκη προκειμένου να μπορέσει να λάβει δωρεάν τρόφιμα. Όπως καταγγέλλει η κυρία από την περιοχή της Άνω Τούμπας πήγε στην ενορία της Αγίας Βαρβάρας στην Άνω Τούμπα για να λάβει δωρεάν τρόφιμα και της ζήτησαν 7 δικαιολογητικά.

Η ίδια υποστήριξε μεταξύ άλλων ότι ανάμεσα στα δικαιολογητικά της ζήτησαν να προσκομίσει και το εκκαθαριστικό σημείωμα του 2010 (!). Μάλιστα, όπως είπε επικοινώνησε με την Μητρόπολη Θεσσαλονίκης για το αναφέρει και η απάντηση που πήρε ήταν: «αυτοί είναι οι νόμοι του κράτους».

Φωτοτυπία ταυτότητας ή διαβατηρίου
Εκκαθαριστικό σημείωμα και Ε9
Πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης
Μισθωτήριο συμβόλαιο ή απόδειξη καταβολής ενοικίου
Φωτοτυπία ιατρικής γνωμάτευσης (εάν υπάρχει κάποιο ιατρικό ζήτημα)
Φωτοτυπία κάρτας ανεργίας (εάν υπάρχει)
Φωτοτυπία λογαριασμού ΔΕΗ ή ΟΤΕ ή Ύδρευσης ή Μισθωτήριο Συμβόλαιο μέσω του οποίου θα βεβαιώνεται η διεύθυνση κατοικίας

Σημείωση: Το εκκαθαριστικό του 2010 αφορά στα εισοδήματα του 2009. Και το 2009, για τους περισσότερους, λεφτά υπήρχαν.

Re: οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας

Δημοσιεύτηκε: 22 Μάιος 2013 14:39
από modistra
Το οικονομικό - φορολογικό καθεστώς εκκλησίας σχετίζεται βασικά με το σύνταγμα, έτσι; Το http://www.neosyntagma.net/ πώς σας φαίνεται; Θα προσπαθήσω να βρω χρόνο τις επόμενες ημέρες να διαβάσω τη διακήρυξη. Εν τω μεταξύ, η συνάντηση της πρωτοβουλίας είναι σε 10 ημέρες.